Ώρα συζήτησης, αναστοχασμού και αποφάσεων

Των Πάνου Λάμπρου και Μιχάλη Υδραίου

Την Πέμπτη αρχίζει το δεύτερο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Τρία χρόνια μετά το πρώτο συνέδριο, εικοσιδύο μήνες μετά τη συγκλονιστική εκλογική νίκη της ριζοσπαστικής αριστεράς τον Γενάρη του 2015, ένα χρόνο μετά το συμβιβασμό, την ήττα με το πιστόλι στον κρόταφο…

Μετράμε γεγονότα, ανατροπές, συναισθήματα, που δεν είχαμε ζήσει μια ολόκληρη ζωή. Νίκες και ήττες, βήματα προς τα πίσω, απογοητεύσεις, τομές που μας έκαναν να νιώσουμε υπερηφάνεια. Όλα μαζί… Τώρα, όμως, δεν έχουμε περιθώριο μιας απλής καταγραφής θετικών και αρνητικών. Δεν είναι η ώρα ενός συμψηφισμού και ασφαλώς δεν είναι η ώρα να χαϊδεύουμε τα αυτιά μας, σαν να μην συνέβη τίποτα, σαν να πρόκειται για να οποιοδήποτε συνέδριο, σε μια οποιαδήποτε στιγμή. Είναι η ώρα των αποφάσεων, της βασικής επιλογής. Αν αντιμετωπίσουμε το συνέδριο σαν ένα μεγάλο αχτίφ, σαν μια επικοινωνιακού τύπου εκδήλωση, αν δεν μιλήσουμε ειλικρινά, θα έχουμε χάσει την ευκαιρία να αναστρέψουμε μια πορεία, που δεν αντιστοιχεί στους στόχους και τα τα οράματα της αριστεράς.

Γιατί αυτό το συνέδριο έχει μπροστά του ένα βασικό δίλημμα: θα επιμείνουμε, παρά την υποχώρηση, τον αναγκαστικό επώδυνο συμβιβασμό του Ιουλίου, στη βασική μας επιλογή να υπερασπιστούμε την κοινωνία των πολλών, τον κόσμο της φτώχειας, το δρόμο δηλαδή που μας οδήγησε στις μεγάλες εκλογικές νίκες; Ή θα αποδεχτούμε το όριο του συμβιβασμού, μετατρέποντάς το σε στρατηγική επιλογή; Πιο καθαρά: θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια άσκησης αριστερής, φιλολαϊκής πολιτικής, κατοχύρωσης και διεύρυνσης των ελευθεριών και των δικαιωμάτων ή θα στρέψουμε το βλέμμα μας προς το παλιό και φθαρμένο, σε μια απαξιωμένη δηλαδή κεντροαριστερά;

Η αντικανονικότητα του ΣΥΡΙΖΑ

Ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη στιγμή της ίδρυσης του, δεν είχε τα στοιχεία ενός «κανονικού» κόμματος. Δεν ήταν, δηλαδή, ένα καθεστωτικό μόρφωμα. Είχε στον πυρήνα της συγκρότησής του, την αμφισβήτηση ενός ολόκληρου συστήματος, που στηρίχθηκε σε διαπλοκές, αυταρχισμό, ταξική μεροληψία, και μπόρεσε να συσπειρώσει ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και ομάδες, που έβλεπαν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν μοιάζει με τους άλλους, ότι δεν ασκεί με τον ίδιο τρόπο την πολιτική, ότι έρχεται για να τα αλλάξει όλα… Γι’ αυτό άλλωστε, έλεγαν ότι πίσω απ΄ όλα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είναι ένα… κανονικό κόμμα. Αυτό τρόμαζε και αυτό έκανε τον κύριο Γιούγκερ, τον κύριο Σούλτς και την υπόλοιπη ιερά συμμαχία του νεοφιλελευθερισμού σε Ελλάδα και Ευρώπη, να επιδιώκουν την πτώση της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ή τη μετατροπή του σε κανονικό κόμμα, σε ένα κόμμα δηλαδή συμβατό με το κυρίαρχο αφήγημα της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας.

Γι’ αυτό, άλλωστε, οποιαδήποτε αριστερή ριζοσπαστική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, είτε αυτή αφορά την υπεράσπιση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων είτε αφορά τομές στη σφαίρα της αξιακών ζητημάτων, δημιουργεί λυσσαλέα αντίδραση από το απέναντι στρατόπεδο. Το είδαμε παλαιότερα με τις τομές στο χώρο του σωφρονιστικού συστήματος, με το σύμφωνο συμβίωσης, με την ιθαγένεια και πρόσφατα με την εκκλησία. Το ζήσαμε και το ζούμε ακόμα και σήμερα με τους συνεχείς εκβιασμούς, με τις απαιτήσεις των “δανειστών” για περικοπές σε συντάξεις, επιδόματα, ακόμα και αν αφορούν τους ανάπηρους ή τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Το επίδικο του συνεδρίου

Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει: ποιον δρόμο επιλέγουμε, ειδικά σε μία φάση όπου τα αποτελέσματα της “συμφωνίας” και παρά τις προσπάθειες που γίνονται, δημιουργούν πολλαπλές δυσκολίες στη σχέση μας με τα κοινωνικά στρώματα που μας υποστήριξαν στην προηγούμενη φάση. Θα αποδεχθούμε στην πράξη την ιδιοκτησία του μνημονίου ή θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια, άρσης της επιτήρησης, υλοποίησης του παράλληλου προγράμματος στην κατεύθυνση ενός συνολικού πολιτικού σχεδίου απεγκλωβισμού από τα μνημόνια, δηλαδή από μια πολιτική που είναι ξένη και εχθρική στις ανάγκες των πολλών και ασφαλώς με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ;

Θα προχωρήσουμε στην αλλαγή του μίγματος της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής, παίρνοντας συγκεκριμένα μέτρα στον τομέα της καθημερινότητας, της υπεράσπισης της εργασίας, της ενίσχυσης της δημόσιας παιδείας και υγείας; Θα νομοθετήσουμε άμεσα στην κατεύθυνση της καταπολέμησης της αδήλωτης και μαύρης εργασίας, της υπεράσπισης των δανειοληπτών από την τραπεζική αυθαιρεσία; Θα θωρακίσουμε το δημόσιο χαρακτήρα αγαθών όπως η ενέργεια και το νερό; Θα πάρουμε μέτρα υποστήριξης των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας; Θα διευρύνουμε τα μέτρα προστασίας από τις συνέπειες της ανθρωπιστικής κρίσης;

Θα εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια ώστε στη διαπραγμάτευση που αφορά την δεύτερη αξιολόγηση όχι μόνο δεν θα αναγκασθούμε να λάβουμε μέτρα απορρύθμισης της αγοράς εργασίας ,αλλά θα κερδίσουμε τις συλλογικές συμβάσεις;

Θα αποδεχτούμε, κάτι σαν μονόδρομο, την απαράδεκτη και στην ουσία μη υλοποιούμενη συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας για το προσφυγικό ή θα συνεχίσουμε στην κατεύθυνση της υπεράσπισης της νομιμότητας και των δικαιωμάτων; Θα αναζητήσουμε δρόμους επανεκκίνησης στη σχέση μας με τα κοινωνικά κινήματα και τους ανθρώπους του μόχθου ή θα μπολιάσουμε την πολιτική μας οπτική με παλαιού τύπου προσεγγίσεις, αποτυχημένες έτσι κι αλλιώς διευρύνσεις με πρόσωπα από το παλιό απαξιωμένο πολιτικό προσωπικό; Θα επιμείνουμε στην ανάγκη αλλαγής των συσχετισμών στην Ευρώπη σε διαρκή επαφή και σχέση με την ευρωπαϊκή ριζοσπαστική αριστερά, τα συνδικάτα και τα κινήματα ή θα συμβιβαστούμε με την ιδέα μια προνομιακής σχέσης με τη συστημική σοσιαλδημοκρατία; Θα αξιοποιήσουμε υπαρκτές ρωγμές (Εργατικό Κόμμα Μ. Βρετανίας, αριστερή πτέρυγα Σοσιαλιστικού κόμματος Γαλλίας, Σοσιαλιστικό Κόμμα Πορτογαλίας), ώστε να συμβάλουμε από την πλευρά μας στη διαμόρφωση ενός ευρύτερου μετώπου, από τη ριζοσπαστική αριστερά, τα πράσινα κόμματα, έως δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας που απομακρύνονται φερέγγυα από το άρμα του νεοφιλελευθερισμού και του κοινωνικού συντηρητισμού;

Το κόμμα

Είναι η ώρα της συζήτησης, του αναστοχασμού, της λήψης των αποφάσεων. Είναι η μεγάλη ευκαιρία ώστε να συγκροτήσουμε ένα κόμμα με συλλογικές, δημοκρατικές διαδικασίες, που τα μέλη του θα συμμετέχουν ουσιαστικά στην χάραξη της πολιτικής γραμμής του κόμματος, αλλά και της ίδιας της κυβέρνησης. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που θα αφουγκράζεται τις ανάγκες και τον παλμό της κοινωνίας και μέσω της συντεταγμένης εσωτερικής συζήτησης θα τις μετουσιώνει σε προτάσεις. Χρειαζόμαστε ένα κόμμα που θα στηρίζει θα ελέγχει, και εκεί που χρειάζεται θα ασκεί κριτική στην κυβέρνηση. Ένα κόμμα που θα είναι συνδεδεμένο με τα κοινωνικά κινήματα σε Ελλάδα και Ευρώπη. Χρειαζόμαστε έναν ΣΥΡΙΖΑ που θα δώσει την μάχη για την νίκη της αριστεράς σε Ελλάδα και Ευρώπη .

* O Πάνος Λάμπρου και ο Μιχάλης Υδραίος είναι μέλη της απερχόμενης Π.Γ. ΣΥΡΙΖΑ

Scroll