Θ. Τζάκρη

H “ Εθνική Αρχή Διαφάνειας” φροντίζει να “καθαρίζει” από τυχόν ευθύνες όλους τους εμπλεκόμενους, που σχετίζονται με την Κυβέρνηση, έχοντας μετατραπεί σε “Εθνικό Πλυντήριο Σκανδάλων” και τελικά “Εθνική Αρχή Αδιαφάνειας”

Κατά την ακρόαση από τα Μέλη της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, για το διορισμό των προταθέντων από το Υπουργικό Συμβούλιο, κ.κ. Νομικού, Γαλούκα, Δουλαδίρη και Καραμήτρου, για τις θέσεις του Προέδρου και 3 Μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, η βουλευτής Πέλλας και Γραμματέας της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κ. Θεοδώρα Τζάκρη, τόνισε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε καταγγείλει, εξαρχής, ότι η σύσταση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ), από την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, με την συγχώνευση έξι ελεγκτικών υπηρεσιών και σωμάτων σε έναν ενιαίο φορέα, αποτελούσε πολιτική επιλογή της ΝΔ, για τη χειραγώγηση και εν τέλει την αποσιώπηση όλων των εκκρεμουσών υποθέσεωνπου έχουν μετατρέψει την ΕΑΔ σε «Εθνικό Πλυντήριο Σκανδάλων» και τελικά σε «Εθνική Αρχή Αδιαφάνειας». Και όλα αυτά διαψεύδοντας πλήρως τις εξαγγελίες των συντακτών του ιδρυτικού Νόμου της ΕΑΔ.

Η θέση αυτή επιβεβαιώθηκε από τις απολογιστικές εκθέσεις του 2019 και του 2020 της Αρχής, όπου αποδεικνύεται, περίτρανα, ο σφιχτός εναγκαλισμός της ΕΑΔ με το Μέγαρο Μαξίμου και η συνειδητή επιλογή να μην αντιμετωπίσει, άμεσα και αποτελεσματικά τα φαινόμενα διαφθοράς και κακοδιαχείρισης, που αναδείχθηκαν την τελευταία πενταετία και ταλανίζουν την ελληνική κοινωνία. Και αναφερόμαστε σε υποθέσεις-καταγγελίες, όπως το σκάνδαλο Novartis, τις παρακολουθήσεις του predator, τη λίστα Πέτσα, τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, την απόδοση πειθαρχικών ευθυνών για το Ταμείο Αλληλοβοήθειας του Υπουργείου Πολιτισμού, την καταγγελία για στημένο μηχανισμό ανώτατων αξιωματούχων στους οποίους έχει ανατεθεί να ελέγχουν τη φοροδιαφυγή στη χώρα και το μαύρο χρήμα, το έγκλημα των Τεμπών κ.ά.

 Στο ίδιο μήκος κύματος και η τρίτη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πριν 2 χρόνια, η οποία κατήγγειλε, επί της ουσίας, την ΕΑΔ ως Αρχή συγκάλυψης και πλήρως εξαρτώμενη από την Κυβέρνηση.

Σε όλα αυτά προστίθεται και ο μέχρι σήμερα, πλήρως αναξιοκρατικός, αδιαφανής και «φωτογραφικός» τρόπος πλήρωσης των θέσεων Διοικητών της ΕΑΔ. Ενδεικτικά, σε μία περίπτωση, υπήρχαν δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι ο τελικά επιλεγείς ήταν πέμπτος στην σειρά επιλογής, χωρίς, μάλιστα, να έχει πιστοποιητικό γνώσης ξένης γλώσσας, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, η προκήρυξη για την θέση του Διοικητή ήταν απολύτως «φωτογραφική», προσαρμοσμένη στα προσόντα του τελικώς επιλεγέντα.

Στο πλαίσιο αυτό, έθεσε ερωτήματα στους προτεινόμενους για την ΕΑΔ, αναφορικά με το κατά πόσο η ΕΑΔ, ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες, για την προαγωγή της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσίας και της πάταξης των φαινομένων κακοδιοίκησης και διαφθοράς και αναφορικά με το τι προτίθενται να πράξουν προς την κατεύθυνση αυτή. Επιπλέον, ζήτησε τη γνώμη τους για τα φλέγοντα ζητήματα, που απασχόλησαν και απασχολούν την τελευταία πέντε χρόνια την ελληνική κοινωνία και βέβαια την κοινή, δημόσια, πεποίθηση  για τον «σφιχτό εναγκαλισμό» της ΕΑΔ με την Κυβέρνηση. Τέλος, ζήτησε τη γνώμη τους για τις μέχρι σήμερα διαδικασίες που τηρήθηκαν, κατά την πλήρωση των θέσεων Διοίκησης της ΕΑΔ και την άποψή τους για την υφιστάμενη στελέχωση και την υλικοτεχνική υποδομή της ΕΑΔ.

Κατόπιν των δοθεισών απαντήσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν συναίνεσε στους προτεινόμενους διορισμούς.

Αναλυτικά η ομιλία της κ. Τζάκρη:

Όταν ψηφιζόταν στη Βουλή, το καλοκαίρι του 2019, το πρώτο και «εμβληματικό» κατ’ αυτήν νομοσχέδιο της Κυβέρνησης Μητσοτάκη, με θέμα «Επιτελικό Κράτος: Οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των Κυβερνητικών Οργάνων και της Κεντρικής Δημόσιας», ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είχε καταγγείλει ότι «η Εθνική Αρχή Διαφάνειας, με τον τρόπο που συστήνεται, συγχωνεύοντας έξι ελεγκτικές υπηρεσίες και σώματα σε έναν ενιαίο φορέα, αποτελεί στη πραγματικότητα “Εθνικό Πλυντήριο Σκανδάλων”». Μάλιστα είχε επισημάνει «τις απαράδεκτες διατάξεις περί απευθείας, τοποθέτησης κομματικών εγκάθετων στη θέση του Διοικητή και όλων των Προϊσταμένων της, υποτίθεται ανεξάρτητης Εθνικής Αρχής Διαφάνειας», επισημαίνοντας ότι η Κυβέρνηση «δεν ενδιαφέρεται για τη δημιουργία μιας πραγματικά ανεξάρτητης και αποτελεσματικής αρχής, αλλά για την κατάργηση του θεσμού του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, τον ασφυκτικό έλεγχο του νέου φορέα και τον ενταφιασμό όλων των εκκρεμών υποθέσεων που αφορούν τη δημόσια σφαίρα».

Και οι δυσοίωνες αυτές προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν και αναδείχθηκαν κατά την συζήτηση των απολογιστικών εκθέσεων του 2019 και του 2020 της Αρχής στη Βουλή, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατήγγειλε ότι η εν λόγω Αρχή, από τα πρώτα μόλις χρόνια λειτουργίας της, «αποδείχθηκε πως είναι απολύτως ελεγχόμενη από το Μέγαρο Μαξίμου και έχει καταστεί ανεξέλεγκτο, μονοπρόσωπο όργανο, όπου ο Διοικητής της αποφασίζει ποιοι έλεγχοι θα προχωρήσουν και ποιοι θα σταματήσουν, αποσιωπώντας, ουσιαστικά ζητήματα που έχουν σχέση με δημόσιες συμβάσεις και διαφθορά».

Ακολούθησε πριν 2 χρόνια, η τρίτη Έκθεση για το Κράτος Δικαίου στα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αποτελεί πραγματικά κόλαφο για τα πεπραγμένα της υποτιθέμενης «ανεξάρτητης» Αρχής. Μεταξύ άλλων, λοιπόν, σε αυτή αναφέρεται:«…Στα τρία χρόνια της λειτουργίας της, η ΕΑΔ δεν έχει αναδείξει σημαντικές υποθέσεις διαφθοράς τις οποίες να έχει διαλευκάνει, ενώ σε υποθέσεις υψηλής πολιτικής στάθμης οι ενέργειες και τα πορίσματα των ερευνών της επικρίθηκαν ως αναποτελεσματικές τόσο από φορείς στο εσωτερικό της χώρας όσο και από ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς με σχετικές αρμοδιότητες. Ωστόσο, η ανεξαρτησία μιας ελεγκτικής αρχής που καλείται να διερευνήσει υποθέσεις διαφθοράς ενίοτε διαπραττόμενης από ισχυρά συμφέροντα πρέπει να θωρακίζεται πρωτίστως από τον νόμο. Η ανάγκη άμεσης τροποποίησης της διαδικασίας επιλογής του Συμβουλίου Διοίκησης και του Διοικητή της ΕΑΔ είναι επιτακτική…».

Αν’ αυτών, «μνημεία αναξιοκρατίας» αποτέλεσαν, μέχρι σήμερα, τα κριτήρια επιλογής των Διοικητών της ΕΑΔ, όπου σε μία περίπτωση, υπήρχαν δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι ο τελικά επιλεγείς ήταν πέμπτος στην σειρά επιλογής, χωρίς, μάλιστα, να έχει πιστοποιητικό γνώσης ξένης γλώσσας, ενώ σε μια άλλη περίπτωση, η προκήρυξη για την θέση του Διοικητή ήταν απολύτως «φωτογραφική», προσαρμοσμένη στα προσόντα του τελικώς επιλεγέντα. Και βέβαια, όταν μέχρι σήμερα έχουν παραιτηθεί δύο Διοικητές της ΕΑΔ και η ΕΑΔ, παραμένει διοικητικά «ακέφαλη», μετά τις παραιτήσεις, στις 29 Νοεμβρίου 2023, του τελευταίου διορισμένου Διοικητή της και δυο μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, οι θέσεις των οποίων δεν έχουν, μέχρι σήμερα, καλυφθεί, ενώ, σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο 4622/2019 (άρθρο 90, παράγραφος 12) για την ΕΑΔ, ορίζεται ότι «σε κάθε περίπτωση κένωσης της θέσης του Διοικητή, διορίζεται νέος Διοικητής, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος εντός 2 μηνών από την κένωση της θέσης».

Σε ότι αφορά, σε αυτό καθ’ αυτό, το έργο της ΕΑΔ, από το σκάνδαλο Novartis, τις παρακολουθήσεις του predator, τη λίστα Πέτσα, τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, την απόδοση πειθαρχικών ευθυνών για το Ταμείο Αλληλοβοήθειας του Υπουργείου Πολιτισμού, την καταγγελία για στημένο μηχανισμό ανώτατων αξιωματούχων στους οποίους έχει ανατεθεί να ελέγχουν τη φοροδιαφυγή στη χώρα και το μαύρο χρήμα, το έγκλημα των Τεμπών και πολλές άλλες υποθέσεις-καταγγελίες, η ΕΑΔ φροντίζει να «καθαρίζει» από τυχόν ευθύνες, όλους τους εμπλεκόμενους, που σχετίζονται με την Κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχοντας μετατραπεί σε «Εθνικό Πλυντήριο Σκανδάλων» και τελικά σε «Εθνική Αρχή Αδιαφάνειας».

Συνοψίζοντας, η πεντάχρονη λειτουργία της ΕΑΔ και ο τρόπος στελέχωσης των Διοικήσεών της, δεν ανταποκρίθηκε, στους διακηρυχθέντες, κατά την συγκρότησή της στόχους, «για  μηδενική ανοχή στη διαφθορά και στην κακοδιοίκηση, καθώς και για την ενίσχυση της διαφάνειας και των μηχανισμών λογοδοσίας». Και βέβαια, η ΕΑΔ δεν έχει συνεισφέρει «στη δημιουργία ενεργητικών πολιτικών πρόληψης και στην υλοποίηση δράσεων για την κινητοποίηση του συνόλου της κοινωνίας». Γι’ αυτό άλλωστε, στην συνείδηση, της μεγάλης πλειοψηφίας, των Ελλήνων πολιτών, η ΕΑΔ έχει καταχωρηθεί ως βασικός μηχανισμός αποσιώπησης, συγκάλυψης και συσκότισης, απόλυτα ελεγχόμενος και εκπορευμένος από το Μέγαρο Μαξίμου.

Με βάση τα ανωτέρω, θα ήθελα να ρωτήσω τον προτεινόμενο από το Υπουργικό Συμβούλιο, για Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, καθώς και τα 4 προτεινόμενα μέλη για το Συμβούλιο Διοίκησης της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, τα ακόλουθα:

1. Πιστεύετε ότι, κατά τα πέντε χρόνια λειτουργίας της, η ΕΑΔ, ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες των Ελλήνων πολιτών, για την προαγωγή της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσία στο σύνολο της κοινωνίας και την πάταξη των φαινομένων κακοδιοίκησης και διαφθοράς; Και αν όχι ή μη επαρκώς, τι προτίθεστε να πράξετε τούδε και στο εξής;

2. Πώς αξιολογείτε την τοποθέτηση της ΕΑΔ στα φλέγοντα ζητήματα, που απασχόλησαν και απασχολούν την τελευταία πέντε χρόνια την ελληνική κοινωνία;

3. Πώς τοποθετείστε στην επικρατούσα, στην κοινωνία πεποίθηση, για τον «σφιχτό εναγκαλισμό» της ΕΑΔ με την Κυβέρνηση;

4. Πώς κρίνετε τις μέχρι σήμερα διαδικασίες που τηρήθηκαν, κατά την πλήρωση των θέσεων Διοίκησης, θεωρείτε ότι υπήρξαν απολύτως αξιοκρατικές και διαφανείς και πώς εξηγείτε την καθυστέρηση για την κάλυψη των κενών θέσεων για σχεδόν 10 μήνες;

5. Θεωρείτε ότι η ΕΑΔ διαθέτει την στελέχωση και την απαιτούμενη υλικοτεχνική υποδομή, προκειμένου να επιτελέσει το, όποιο, έργο της;

Scroll