Το νομοσχέδιο που κατέθεσε η Κυβέρνηση και μάλιστα κατά τη διάρκεια του 2ου θερινού τμήματος διακοπής των εργασιών της Βουλής, “Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ”, παραδίδει άνευ όρων τους βασικούς τομείς του Δημοσίου στην ανεξέλεγκτη επιχειρηματική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα επισημαίνει η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – υπεύθυνη της κοινοβουλευτικής ομάδας για θέματα Δημοσίων Έργων – Ασημίνα Ξηροτύρη Αικατερινάρη σύμφωνα και με τις αποφάσεις της πρόσφατης συνεδρίασης της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΝ για το θέμα αυτό.
Επισημαίνουν ότι μέχρι σήμερα το σύστημα παραγωγής δημοσίων έργων στην Ελλάδα, βασιζόταν στην αποκλειστική χρηματοδότηση από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους. Η διόγκωση των ελλειμμάτων του κρατικού προϋπολογισμού, η μη ορθολογική και αποκεντρωμένη διαχείριση των εθνικών και κοινοτικών πόρων, το μεγάλο έλλειμμα που προέκυψε από το κόστος της Ολυμπιάδας οδήγησε στη μεγάλη περικοπή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και ιδιαίτερα των προγραμμάτων της Περιφέρειας. Τώρα με τον θεσμό των ΣΔΙΤ, η Κυβέρνηση διατυμπανίζει ότι θα οδηγήσει σημαντικά Ιδιωτικά Κεφάλαια στην εκτέλεση έργων υποδομών και υπηρεσιών που δήθεν θα συμβάλλουν στην διατήρηση υψηλών ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης και θα έχουν ευεργετικές συνέπειες και στα υπόλοιπα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας.
Όμως πρέπει να θυμίσουμε στον πολίτη ότι τα Έργα Υποδομής και οι Υπηρεσίες αποτελούν Συνταγματική Υποχρέωση της Πολιτείας προς τους φορολογούμενους πολίτες κυρίως σε ότι αφορά την Παιδεία, τον αθλητισμό, την κατοικία, την εργασία, την απόλυτη προστασία του δομημένου φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η αδυναμία υλοποίησής τους ή η μεγάλη καθυστέρηση περάτωσης από έλλειψη, μερική ή ολική διατιθέμενων πόρων, δεν μπορεί να αλλοιώσει την παραπάνω υποχρέωση.
Επίσης ότι είναι αναγκαίο τα προς υλοποίηση μικρά και μεγάλα έργα υποδομών και οι απαραίτητες υπηρεσίες που έχει ανάγκη ο τόπος και το κοινωνικό σύνολο για την ανάπτυξη του και την βελτίωση της καθημερινής ζωής του να προκύπτουν ιεραρχημένα μέσα από ένα μακρόπνοο και δημοκρατικά σχεδιασμένο- κατά τομέα και περιοχή – Εθνικό Στρατηγικό Σχεδιασμό, που θα εξειδικεύεται σε Περιφερειακό και Τοπικό επίπεδο και θα ελέγχεται μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και του ετήσιου κρατικού προϋπολογισμού. Δεν μπορεί λοιπόν να ανατρέπονται όλα αυτά, να παραβλέπεται αυτός ο σχεδιασμός, να υποτιμάται το ΠΔΕ και όλα να μεταφέρονται σε μια συγκεντρωτική διαδικασία στο ΥΠΕΘΟ.
Η Κυβέρνηση δηλαδή, αντί να αναδιαρθρώσει το παραγωγικό σύστημα της χώρας, να αναβαθμίσει τη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης, όπως και τις διαδικασίες υλοποίησης των έργων ανάπτυξης, με τις διατάξεις αυτού του νομοσχεδίου :
– Παραδίδει άνευ όρων βασικούς τομείς του Δημοσίου στον Ιδιωτικό Τομέα.
– Δημιουργεί ένα εύφορο πεδίο ανάπτυξης της διαφθοράς και της διαπλοκής.
– Δίδει την δυνατότητα να δοθούν μόνο τα ελκυστικά για τον ιδιωτικό τομέα έργα – τα λεγόμενα “φιλέτα” – με ανεπανόρθωτη ζημιά για την Εθνική Οικονομία και το κοινωνικό σύνολο και
– Παράλληλα επιφέρει το τελειωτικό κτύπημα – μια πραγματική βόμβα – στα θεμέλια της Δημόσιας Διοίκησης και απαξιώνει το νομοθετικό πλαίσιο της χώρας στο προγραμματισμό και την παραγωγή των Δημοσίων Έργων.
Όπως επισημαίνει η βουλευτής, η μέθοδος αυτή που διαφημίζεται ότι προσφέρει “δήθεν δωρεάν” έργα, οδηγεί τον πολίτη να πληρώνει τα έργα αυτά μια ζωή και με πανωτόκι, ενώ η ανάδειξη του αναδόχου θα γίνεται μέσω μίας πλήρως αδιαφανούς διαδικασίας. Ο πολίτης πρέπει να καταλάβει ότι θα του επιβληθεί δίπλα στο υπάρχον φορολογικό σύστημα ένα νέο πρόσθετο καθεστώς έμμεσης φορολογίας, που θα τον αναγκάσει να πληρώνει “διόδια” για υπηρεσίες και υποδομές (τα παραδείγματα από την Ε.Ε. και ιδιαίτερα από την Πορτογαλία είναι σαφή).
Κανείς από την Κυβέρνηση δεν κάνει λόγο για το κόστος των έργων που θα γίνουν με τον τρόπο αυτό και πόσο θα είναι το κόστος αυτό για το κοινωνικό σύνολο και τον πολίτη. Το κόστος των έργων θα είναι τελικά υψηλότερο εξαιτίας του κόστους της χρηματοδότησης, λόγω εμπλοκής πολλών παραγόντων και σύναψης δέσμης συμβάσεων με μεγάλο κερδισμένο τον κλάδο των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών – το Τραπεζικό κεφάλαιο δηλαδή – που γι΄ αυτό και είναι ένθερμος υποστηρικτής τους, αλλά και των μεγάλων εργοληπτικών ομίλων που έχουν σημαντική δανειοληπτική ικανότητα και προσβλέπουν μέσω των ΣΔΙΤ σε τεράστια κέρδη από αυτές αλλά και από τις απευθείας αναθέσεις των συμπληρωματικών έργων (βλέπε Αττική Οδός).
Πρέπει λοιπόν να αναρωτηθεί σοβαρά ο Έλληνας πολίτης:
Ποιους κινδύνους και σε ποιο βαθμό ανέλαβε ο ιδιωτικός τομέας στις δημιουργικές επενδύσεις στη χώρα και στις μέχρι σήμερα συμβάσεις παραχώρησης;
Μήπως στην δυνατότητα αυτή, δηλαδή της μη εγγραφής στον προϋπολογισμό των σχετικών δαπανών, οφείλεται η τόση “πρεμούρα” της Κυβέρνησης για τις ΣΔΙΤ;
Μήπως ο έμμεσος δανεισμός χωρίς την άμεση αύξηση του Δημόσιου χρέους καθώς και η έμμεση φορολόγηση του πολίτη είναι οι κύριοι στόχοι της Κυβέρνησης;