Κατά την πρώτη χρονιά εφαρμογής του μέτρου του ποιοτικού παρακρατήματος σε γεωργία και κτηνοτροφία προκύπτει ότι το Υπουργείο υιοθέτησε γενικά και αόριστα κριτήρια αντί να υλοποιήσει το μέτρο αυτό με αξιόπιστο και αποτελεσματικό ελεγκτικό μηχανισμό. Γι αυτό, υπάρχει άμεση ανάγκη ενίσχυσης των ελεγκτικών μηχανισμών, ώστε να μη παρουσιάζονται καταστρατηγήσεις στη λειτουργία του συστήματος, ως προς τις ποσότητες που πραγματικά ανταποκρίνονται σε ποιοτικά κριτήρια και τις δειγματοληψίες.
Ειδικά για το ποιοτικό παρακράτημα στο αιγοπρόβειο γάλα υπάρχει ανάγκη καθιέρωσης πραγματικών ποιοτικών κριτηρίων, ώστε να προσφέρεται στον κτηνοτρόφο ουσιαστικό κίνητρο βελτίωσης της ποιότητας στο προϊόν αυτό, που καταλαμβάνει στρατηγική θέση στην αγροτική οικονομία. Συγκεκριμένα, το όριο του μικροβιακού φορτίου ορίσθηκε σε ένα και μοναδικό επίπεδο που θεωρείται όμως σχετικά υψηλό. Πρόκειται δηλαδή για μία ασήμαντη ενίσχυση για τους παραγωγούς, η οποία δεν ανταποκρίνεται στις προσπάθειες και στις δαπάνες που κατέβαλαν για να βελτιώσουν την ποιότητα του προϊόντος και μάλιστα σε δύσκολες συνθήκες.
Ακόμη, το ποιοτικό παρακράτημα στο βοδινό κρέας θα πρέπει να ενισχύονται και οι παραγωγοί που διακινούν αρσενικούς μόσχους με κατώτατο βάρος σφαγίου 200 κιλών, ώστε να καλύπτεται το σύστημα εκτροφής ελεύθερης βοσκής, που αποκλείεται σήμερα λόγω του οριζόμενου κατώτατου βάρους στο ύψος των 300 κιλών. Αναγκαίο λοιπόν το πριμ ποιότητας να καταβάλλεται στον παραγωγό που αγοράζει αρσενικούς μόσχους για πάχυνση από εκμετάλλευση στην Ελλάδα, διότι ο αποκλεισμός αυτών των παραγωγών από το ποιοτικό παρακράτημα οδηγεί σε καταφανή αδικία σε βάρος τους.
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
– Ποια είναι τα συμπεράσματα από την πρώτη εφαρμογή του μέτρου, ποια είναι τα κενά και οι στρεβλώσεις που διαπιστώθηκαν;
– Με ποια άμεσα μέτρα θα υλοποιηθεί το μέτρο προς το συμφέρον των αγροτών και κτηνοτρόφων και την παραγωγή βελτιωμένων αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως στο αιγοπρόβειο γάλα και το βοδινό κρέας;
Η ερωτώσα βουλευτής
Ασημίνα Ξηροτύρη – Αικατερινάρη