Φέτος η βαμβακοπαραγωγή έχει υποβαθμιστεί και ως προς την ποσότητα και ως προς την ποιότητα του προϊόντος, προκαλώντας σημαντικά ερωτηματικά για την οικονομική απόδοση των καλλιεργειών. Συγκεκριμένα, είναι η πρώτη χρονιά που εφαρμόζεται το νέο σύστημα επιδότησης, βάσει του οποίου το 60% της επιδότησης δίδεται αυτομάτως λόγω ιστορικών στοιχείων των παραγωγών και το 40% συναρτάται με την τελική παραγωγή.
Οι εκκοκκιστικές επιχειρήσεις από την πλευρά τους σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν την παραγωγική βάση σε υψηλά επίπεδα προχώρησαν σε παροχές προς τους αγρότες, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και δωρεάν καλλιεργητικά εφόδια. Όμως αυτό δεν φαίνεται πλέον ικανό να συντηρήσει το εισόδημα.
Το ήδη αρνητικό κλίμα επηρεάζει ακόμη περισσότερο η πτωτική τάση της τιμής του βαμβακιού στα διεθνή χρηματιστήρια, όπως και η αδυναμία των εκκοκκιστών να προσδιορίσουν την τιμή παραγωγού πριν από το τέλος Νοεμβρίου. Έτσι οι εμπορικές συμφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών γίνονται με προκαταβολές μεγάλου ύψους, αφήνοντας σε εκκρεμότητα την τελική εξόφληση.
Το περιβάλλον που διαμορφώνεται δεν μπορεί παρά να αποτρέψει πολλούς βαμβακοπαραγωγούς από τη συγκεκριμένη καλλιέργεια, προκαλώντας πρόβλημα επάρκειας πρώτων υλών για τη βιομηχανία, η οποία θα στραφεί σταδιακά σε εισαγωγές.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
– Μετά την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ στο βαμβάκι και τις αρνητικές συνέπειες που έχει για το μέλλον της καλλιέργειας, με ποιες συγκεκριμένες εναλλακτικές προτάσεις και μέτρα θα ενισχύσουν το εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών;
Η ερωτώσα βουλευτής
Ασημίνα Ξηροτύρη – Αικατερινάρη