Φώτης Κουβέλης: Εφιαλτική η κοινωνία με τις παρακολουθήσεις των πολιτών

«Ποιος και με ποιους μηχανισμούς θα ελέγχει και θα αποφασίζει για τις παρακολουθήσεις των πολιτών; Ποιος θα αποφασίζει για τον χρόνο φύλαξης και για την τύχη των στοιχείων που θα προκύπτουν;» τόνισε ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, Φώτης Κουβέλης, κατά την διάρκεια της συζήτησης της Επίκαιρης Ερώτησης για την προστασία της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων, με αφορμή μεγάλη παραγγελία ειδικού ηλεκτρονικού εξοπλισμού για παρακολουθήσεις ευρέος φάσματος

Ο Υπουργός Δημόσιας  Τάξης Βύρων Πολύδωρας παραδέχτηκε ότι οι ανεξέλεγκτες παρακολουθήσεις είναι παράνομες και υποσχέθηκε ότι η λειτουργία του εν λόγω εξοπλισμού θα γίνει σε συνθήκες απόλυτης νομιμότητας, ενώ παραδέχτηκε ότι δεν έχει ακόμα καταλήξει ως προς το χρόνο φύλαξης των στοιχείων και ως προς το ποιος θα ελέγχει τα αποτελέσματα των παρακολουθήσεων.

Ειδικότερα, στην ομιλία του, ο  Φώτης Κουβέλης τόνισε:

«Σε άλλες περιπτώσεις πάλι στην ίδια αίθουσα είχα τη δυνατότητα να εκθέσω τις δικές μας απόψεις αναφορικά με το τι εφιαλτική κοινωνία μπορεί να προκύψει με την υπερπαρακολούθηση των πολιτών.

Η παρουσία του Εισαγγελέως  είναι πράγματι μια δικαστική εγγύηση. Για να λειτουργήσει όμως αυτό το σύστημα χρειάζεται η αποφασιστική συμμετοχή  των λεγόμενων παρόχων. Χρειάζεται δηλαδή η λειτουργία του γνωστού μηχανισμού της λεγόμενης νόμιμης συνακρόασης την οποία είδαμε σε όλες τις τραγικές διαστάσεις της με αφορμή την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Και βεβαίως  γνωρίζετε πως οι πάροχοι, αυτές οι εταιρείες, θέλουν να μετακυλήσουν το κόστος από την παρακολούθηση είτε στις πλάτες του δημοσίου, είτε στις πλάτες των ιδιωτών. Το θέμα όμως είναι ποιος ελέγχει και με ποιους αποφασιστικούς μηχανισμούς ελέγχει και παρακολουθεί τους παρόχους. Θα είναι παρούσα η Αρχή Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων; Και ποιος Εισαγγελεύς προληπτικά ή και κατασταλτικά θα έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει στο χώρο των παρόχων, όπου εκεί αναπτύσσεται ο αναγκαίος μηχανισμός για την ενεργοποίηση του συγκεκριμένου αυτού συστήματος παρακολούθησης, όταν είναι γνωστό  ότι με αυτόν το μηχανισμό είναι δυνατόν να παρακολουθούνται και τα ηλεκτρονικά μηνύματα, τα λεγόμενα e-mails και κάθε επικοινωνία η οποία θα γίνεται με τα ηλεκτρονικά μέσα;

Υπάρχει τέλος και το μεγάλο ζήτημα. Ποιος θα ελέγχει και ποιος θα παρακολουθεί την χρονική διάρκεια της αποθήκευσης αυτών των πληροφοριών που αφορούν σε προσωπικά δεδομένα; Ποιος θα έχει την ευθύνη παρέμβασης προκειμένου αυτά να μην αποθηκεύονται πέραν του προβλεπομένου από τη νομοθεσία χρόνου; Και ποιος μπορεί να ελέγχει την αποθήκευση των προσωπικών δεδομένων και την επεξεργασία αυτών, η οποία μπορεί να γίνεται μέσα στα  ποικιλώνυμα στεγανά που αναπτύσσονται σε αυτές τις λειτουργίες της δημόσιας υπηρεσίας; Είναι τεράστιο το θέμα και δεν είναι δυνατόν μετά παραμυθίας να  διολισθήσουμε σε ανοχή και σε παραδοχή ότι αυτά μπορεί να συμβαίνουν, διότι τότε ερρέτω.»

Scroll