Τα προβλήματα με τα οποία είναι αντιμέτωποι οι αγρότες στην Ελλάδα και την Ευρώπη και οι προτάσεις της Αριστεράς για τη στήριξη του αγροτικού κόσμου και της παραγωγής αναπτύχθηκαν στην εκδήλωση “Ακούστε τους Αγρότες” που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες με συντονιστή τον Αντιπρόεδρο της Left και επικεφαλής της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Κώστα Αρβανίτη.
Εντάσσοντας το θέμα στο γενικότερο πολιτικό και γεωπολιτικό πλαίσιο στο οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Κ. Αρβανίτης σχολίασε ότι πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στις χώρες του νότου και ειδικά τη δική μας χώρα, η οποία δυστυχώς βλέπει την περιφέρειά της να αδειάζει από εργατικό δυναμικό. Τόνισε ότι πρέπει να εξεταστούν οι συνέπειες της συμφωνίας της ΕΕ με τις χώρες Mercosur της Λατινικής Αμερικής, την οποία υπέγραψε η Πρόεδρος της Κομισιόν χωρίς καμιά διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς και ότι πρέπει να καθορίσουμε τη γραμμή μας και να δώσουμε μάχες για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, ώστε να ωφελήσει τα μέγιστα τους Έλληνες αγρότες.
Στην τοποθέτησή του ο Γιώργος Γεωργίου, ευρωβουλευτής του ΑΚΕΛ (Κύπρος), στηλίτευσε την συμφωνία Mercosur, γιατί έγινε πίσω από τις πλάτες όλων στην Ευρώπη, αποτελεί επίθεση στη δημοκρατία και δημιουργεί επικίνδυνο προηγούμενο. Οι αγρότες της ΕΕ θα πληγούν γιατί θα εκτεθούν σε αθέμιτο ανταγωνισμό λόγω αυτής της συμφωνίας, που ευνοεί τα μεγαθήρια, σημείωσε
Το παρών έδωσαν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Έλενα Κουντουρά, Νίκος Παππάς και Νικόλας Φαραντούρης. Η Έλενα Κουντουρά περιέγραψε την εικόνα εγκατάλειψης της ελληνικής υπαίθρου, όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν εργατικά χέρια και οι αγρότες είναι αντιμέτωποι με οικονομική κρίση. Το δημογραφικό είναι μια τεράστια πρόκληση, καθώς και η ανάγκη η Ευρώπη να διασφαλίσει ότι θα έχει αυτονομία στη σίτιση. Ο Νικόλας Φαραντούρης τόνισε ότι πρέπει να δούμε αν η Ευρώπη θέλει να διαφυλάξει πράγματι την κτηνοτροφική και αγροτική παραγωγή της. Έθεσε τους προβληματισμούς για τη Συμφωνία Mercosur, που έχει διχάσει τους Ευρωπαίους καθώς έχει πολλά αρνητικά, ωστόσο στο σκηνικό που έχει διαμορφωθεί η Ευρώπη πρέπει να επανεξετάσει πώς θα μεγιστοποιήσει την παρουσία της και να μετατρέψει αν είναι δυνατόν τα μειονεκτήματα σε πλεονεκτήματα.
Ο Σταύρος Αραχωβίτης Γεωπόνος, πρώην Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και συντονιστής του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ανέδειξε τα προβλήματα των ευρωπαίων αγροτών, κτηνοτρόφων, μελισσοκόμων και αλιέων καθώς βρίσκονται αντιμέτωποι με αλλεπάλληλες κρίσεις όπως ο ανταγωνισμός, η κλιματική αλλαγή, η οικονομική αστάθεια, ο αθέμιτος ανταγωνισμός και η γραφειοκρατία. Την ίδια ώρα ο αριθμός των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μειώνεται δραματικά, η αγροτική γη εγκαταλείπεται, και οι ανισότητες μεταξύ αγροτών και αστικών περιοχών μεγαλώνουν.
Ο Σταύρος Αραχωβίτης τόνισε πως για μια δίκαιη και βιώσιμη Ευρώπη, που θα προστατεύει την παραγωγή της και τους ανθρώπους της, απαιτείται ριζική αλλαγή πορείας με ισχυρότερη Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) με αύξηση του προϋπολογισμού και ενίσχυση της πραγματικής παραγωγής, προστασία της ευρωπαϊκής γεωργίας από αθέμιτο ανταγωνισμό και εισαγωγές που δεν πληρούν τα ίδια πρότυπα, στήριξη των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, των ορεινών και νησιωτικών περιοχών και των ποιοτικών προϊόντων, δημόσιες επενδύσεις σε καινοτομία, φυσικούς πόρους και μείωση του κόστους παραγωγής αλλά και δίκαιες τιμές και εισοδήματα για τους αγρότες, ώστε να μην εγκαταλείψουν τη γη τους.
Δρ. Ιωάννης Δούκας – Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, ΕΚΠΑ επισήμανε πως η ΚΑΠ υπέστη μεταμορφώσεις λόγω εξωτερικών και εσωτερικών πιέσεων, με τη σταδιακή ένταξη κοινωνικών, περιβαλλοντικών και καταναλωτικών παραμέτρων και το άνοιγμα της ευρωπαϊκής γεωργίας στις διεθνείς αγορές, το μερίδιό της στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό μειώθηκε σημαντικά. Τόνισε πως η ΚΑΠ πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με τη γεωργική δραστηριότητα, κατανέμοντας δικαιότερα τις χρηματοδοτήσεις και μειώνοντας το διαχειριστικό κόστος της «πράσινης» μετάβασης. Παράλληλα, η εκπαίδευση των αγροτών και η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών θα συμβάλουν στη βελτίωση της παραγωγής. Τέλος, ανέφερε πως οι αγρότες ως καταναλωτές, επηρεάζονται και οι ίδιοι από τις αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων την ώρα που τα εισοδήματα τους συμπιέζονται μεταξύ ολιγοπωλιακών αγορών.
Η Δρ. Δήμητρα Φουφρή, εργαστηριακό διδακτικό προσωπικό στο Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης, ΕΚΠΑ μίλησε για τις χωρο – κοινωνικές διαστάσεις της ανάπτυξης στον αγροτικό χώρο, αναλύοντας την περίπτωση της Περιφερειακής Ενότητας Ξάνθης, όπου προκύπτουν σημαντικές κοινωνικές, εδαφικές και οικονομικές ανισότητες σε σχέση με το σύνολο της χώρας. Το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, η έλλειψη υποδομών, το ορεινό ανάγλυφο και η γήρανση του πληθυσμού περιορίζουν την ανάπτυξη, ενώ η ανεργία και η ανισοκατανομή των εισοδημάτων είναι ιδιαίτερα υψηλές. Όπως τόνισε η ανάπτυξη μιας περιοχής για να γίνει με όρους αειφορίας, απαιτεί κοινωνική και εδαφική συνοχή. Για να γίνει αυτό χρειάζεται να υπάρχει κοινωνική αλληλεγγύη και οικονομική σύγκλιση μεταξύ των περιφερειών. Τέλος, υπογράμμισε πως η υπό διαμόρφωση ΚΑΠ θα πρέπει να στοχεύσει στην άρση των ανισοτήτων και στην ενίσχυση των περιοχών που κινδυνεύουν με υποανάπτυξη.
Για την Έλενα Μαγείρου, γεωπόνο και βιοκαλλιεργήτρια, μέλος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η ζωή στα απομονωμένα νησιά όπως τα Κύθηρα, όπου ζει, είναι δύσκολη, με ακριβά αγαθά, ανεπαρκείς υποδομές και κλιματική κρίση που πλήττει την παραγωγή. Οι νέοι φεύγουν, καθώς δεν υπάρχουν ευκαιρίες. Χρειάζονται ουσιαστικά μέτρα όπως επιδοτήσεις μεταφορών, αγροτουρισμός, αγροτικές σχολές, στήριξη παραγωγής και βιώσιμης γεωργίας. Για την κ. Μαγείρου μια δίκαιη ΚΑΠ πρέπει να φτάνει στους αγρότες και να στηρίζει την ύπαιθρο, εξισορροπώντας τουρισμό, πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή. Ανάπτυξη σημαίνει ισόρροπη εξέλιξη για όλους, με προτάσεις οικολογίας και αριστεράς για μια βιώσιμη ευρωπαϊκή ύπαιθρο.
Ο Βλάσης Τσιόγκας, αγρότης και μέλος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ανέδειξε τα προβλήματα των ελλήνων αγροτών σήμερα όπως που αντιμετωπίζουν οι έλληνες αγρότες σήμερα, όπως το υψηλό κόστος παραγωγής, τη γραφειοκρατία και την έλλειψη εργατών Οι Ομάδες Παραγωγών είναι το μόνο πραγματικό εργαλείο για μείωση κόστους και διαπραγμάτευση καλύτερων τιμών για τον κ. Τσιόγκα, ωστόσο οι προσπάθειες που γίνονται έρχονται αντιμέτωπες με γραφειοκρατεία, ασάφεια στις εγκυκλίους και εμπόδια από τον ο ΟΠΕΚΕΠΕ. Η ΚΑΠ δεν προσαρμόστηκε στις σύγχρονες κρίσεις, ενώ το Μέτρο 23 που θα κάλυπτε το ενεργειακό κόστος παραμένει ανενεργό. Παράλληλα, η Ε.Ε. υπονομεύει την ευρωπαϊκή παραγωγή μέσω συμφωνιών όπως η Mercosur. Όπως τόνισε οι αγρότες ζητούν ουσιαστική στήριξη στις Ομάδες Παραγωγών, δίκαιες ενισχύσεις, εμπορικές συμφωνίες που να μην αποβαίνουν σε βάρος της ευρωπαϊκής παραγωγής, και νέα ΚΑΠ που θα συνδιαμορφωθεί μετά από διάλογο με τους παραγωγούς.
Ο Patrick Pagani, αναπλ. Γ.Γ. Copa Cogeca, της μεγαλύτερης οργάνωσης που εκπροσωπεί αγρότες και αγροτικούς συνεταιρισμούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση τόνισε πως αυτό που ζητούν οι αγρότες είναι να συμμετέχουν στη διαμόρφωση της πολιτικής, έτσι για ένα βιώσιμο μέλλον. Επισήμανε την οικονομική ανασφάλεια που προκαλούν οι πολιτικές της Ε.Ε. και την απώλεια τριών εκατομμυρίων αγροτικών εκμεταλλεύσεων την τελευταία δεκαετία. Η πλειοψηφία των αγροτών είναι άνω των 50 ετών και οι νέοι αγρότες είναι ελάχιστοι. Η ΚΑΠ πρέπει να απλοποιηθεί και να εξασφαλίσει δίκαιες ενισχύσεις και προστασία για τους παραγωγούς, ενώ παράλληλα να προστατεύει τους καταναλωτές. Ζήτησε από τους ευρωβουλευτές να συμβάλουν στη δημιουργία ενός Ταμείου για τη γεωργία, στο οποίο τα κράτη μέλη θα αποφασίζουν για την κατανομή των κονδυλίων. Δήλωσε κάθετα αντίθετος με την αποδέσμευση των 800 δις ευρώ για τον επανεξοπλισμό, τονίζοντας ότι η άμυνα μπορεί να είναι προτεραιότητα, όμως η γεωργία και τα τρόφιμα είναι πυλώνας σταθερότητας. Οι συνεταιρισμοί οφείλουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, να ενισχυθούν με τεχνολογία και να προωθήσουν τη βιωσιμότητα του τομέα.
Ο Γεώργιος Βαρβιτσιώτης– Οινοπαραγωγός, Χυμοπαραγωγός μίλησε για τις επιπτώσεις της συμφωνίας Mercosur στο μέλλον του κρασιού και του μούστου στην Ευρώπη θέτοντας το ερώτημα αν θέλουμε να θυσιάσουμε τους ευρωπαίους αγρότες και την ποιότητα των προϊόντων μας υπέρ μιας απορρυθμισμένης αγοράς που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση τιμών, αλλά και ποιότητας.
Η παγκόσμια παραγωγή οίνου το 2024 είναι η χαμηλότερη από το 1961, με την Ευρώπη να παράγει το 48% της παγκόσμιας παραγωγής. Παράλληλα, η Νότια Αμερική παράγει φθηνότερα κρασιά λόγω χαμηλότερου κόστους παραγωγής και πιο ευέλικτων περιβαλλοντικών και φυτοϋγειονομικών προτύπων.
Η συμφωνία Mercosur προβλέπει τη μείωση δασμών στις εισαγωγές κρασιών από Αργεντινή, Χιλή και Βραζιλία στην Ευρώπη, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, οι ευρωπαίοι παραγωγοί δεν έχουν να κερδίσουν από νέες αγορές και αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό, καθώς τα κρασιά από τη Νότια Αμερική παράγονται με λιγότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς κανόνες.
Μακροπρόθεσμα, οι ευρωπαίοι αμπελουργοί κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μπροστά σε αυτόν τον άνισο ανταγωνισμό, με πιθανή εξάρτηση από τις εισαγωγές και απειλή για την αγροτική κυριαρχία της Ευρώπης. Παρόλο που οι ευρωπαϊκές εταιρείες και καταναλωτές ενδέχεται να επωφεληθούν από τις χαμηλότερες τιμές, η ποιότητα των κρασιών θα υποβαθμιστεί λόγω μεγαλύτερης χρήσης φυτοφαρμάκων και υψηλότερου αποτυπώματος άνθρακα.
Ο Ναπολέων Καππάτος –Γεωπόνος, MSc, Μέλος του Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τόνισε πως μια διαφορετική Κοινή Αγροτική Πολιτική είναι αναγκαία και εφικτή και πρότεινε μια προοδευτική ατζέντα για την ΚΑΠ μετά το 2027. Η ΚΑΠ μετά το 2027 αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως η κλιματική κρίση, η μείωση του προϋπολογισμού και οι άνισες ενισχύσεις. Ο Ναπολέων Καππάτος τόνισε ότι απαιτούνται μέτρα για τη διατήρηση της χρηματοδότησής της, την προστασία των μικρών εκμεταλλεύσεων και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, ενώ προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στη στήριξη των νέων γεωργών, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την αναθεώρηση εμπορικών συμφωνιών. Ενόψη του διαλόγου που ξεκινά για την ΚΑΠ οι προοδευτικές δυνάμεις θα πρέπει να επιδιώξουν πολιτικές συμμαχίες και τεκμηριωμένο διάλογο με τους αγρότες και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ ΕΕ και αγροτών για ένα ανθεκτικό, δίκαιο και βιώσιμο σύστημα τροφίμων.