Η γερμανική οικονομική ελίτ, -με το διαχρονικό μόρφωμα οικονομικής και πολιτικής ισχύος, τη SIEMENS, με δράση εδώ και 100 περίπου χρόνια στην Ελλάδα και κυρίαρχη παρουσία τα τελευταία 50 χρόνια-, επιβεβαίωσε με την πολλαπλώς επιζήμια σύμβαση εξώδικου συμβιβασμού τον νεο-αποικιακό της χαρακτήρα.
Αποτελεί πράγματι επένδυση «αυτοκρατορικού τύπου», που δεσμεύει τη χώρα για μεγάλη και αόριστη περίοδο στη δική της τεχνολογία και υλικά, κυρίως στις δραστηριότητες δημοσίου συμφέροντος, εκτοπίζοντας άλλωστε και τις άλλες ανταγωνίστριες εταιρίες.
Καταργώντας δηλαδή στην πράξη και το πρόταγμα του νεοφιλελευθερισμού για θεμιτό ανταγωνισμό, όπως θεσπίζεται από τις Οδηγίες και τους Κανονισμούς της ΕΕ.
Επικαθόρισε και μεγέθυνε την επικυριαρχία του μεγάλου γερμανικού κεφαλαίου με πλατφόρμα και το πρόγραμμα εξαγοράς των κυβερνήσεων του Νότου από τις χώρες του Βορρά, κάτι που διευκολύνθηκε την τελευταία δεκαετία με τον εύκολο δανεισμό στο σταθερό μεν, αλλά υπερτιμημένο για τους Έλληνες, ευρώ, που μετέφερε πλεονάσματα στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.
Τώρα, με την υπογραφή αυτής της σύμβασης, από την οποία το Ελληνικό Δημόσιο παραιτείται από κάθε έννοια δημοσίου συμφέροντος και υπέρτερη ρήτρα δικαίου, επιβεβαιώθηκε ότι αυτό το πρόγραμμα εξαγοράς των κυβερνήσεων εξελίσσεται με την ανοχή (αν όχι τη σύμπραξη) των γερμανικών κυβερνήσεων, αφού είναι προφανές πλέον ότι το εσπευσμένο κλείσιμο της πολύπτυχης αυτής απόφασης, παρά τις πολλές ακόμη δικαστικές και διοικητικές εκκρεμότητες, έγινε ως «επίδειξη καλής θέλησης», ως «εισιτήριο» υποδοχής του Έλληνα πρωθυπουργού στην καγκελαρία.
Γιʼ αυτό άλλωστε η υπογραφή της δεν έγινε ευθύς αμέσως από την ψήφιση της εξουσιοδοτικής διάταξης, αλλά στην κατάλληλη στιγμή της καθολικής «αίτησης συγγνώμης» του πολιτικού προσωπικού για τη διατύπωση (κατά το παρελθόν) μη αρεστών στους Γερμανούς απόψεων.
Θεωρώ όμως πολύ πιο καταστροφικό για το εν γένει ελληνικό θεσμικό εποικοδόμημα το ότι η νομοθετική, εκτελεστική αλλά και δικαστική εξουσία παρείχαν άλλοτε διακριτικές και άλλοτε άμεσες και απροκάλυπτες ευκαιρίες στους εμπλεκόμενους φορείς και πρόσωπα, για να ξεφύγουν από τον έλεγχο των συντεταγμένων λειτουργιών της χώρας μας. Με τη στάση τους αυτή επιδείνωσαν το ελληνικό πρόβλημα και δυσκόλεψαν την επίλυσή του.
Έτσι, πέρασε η άποψη της Γερμανίας και της SIEMENS, χωρίς να αμβλυνθεί -ούτε έστω και στο ελάχιστο- η στάση της έναντι της Ελλάδας, στην οποία είναι οφειλέτρια για τα ολοκαυτώματα, τα κατοχικά δάνεια και τις καταστροφές των υποδομών της κατεχόμενης τότε Ελλάδας.
Η κυβέρνηση δεν χρησιμοποίησε την επιλήψιμη συμπεριφορά της, ούτε το στοιχειώδες διαπραγματευτικό επιχείρημα. Και η Βουλή, που ψήφισε τη σχετική εξοντωτική διάταξη, δεν έχει καταλάβει τον «βρασμό» της κοινωνίας, τις συνειδησιακές και θεσμικές απαιτήσεις των πολιτών, το καθολικό αντιμνημονιακό πνεύμα που θα επανέλθει καθολικότερο και δριμύτερο με την διεύρυνση της κοινωνικής καταστροφής και το περαιτέρω βάθεμα του κοινωνικού ρήγματος.
Τα συνήθη χαρακτηριστικά των αποικιοκρατικών συμβάσεων είναι παρόντα.
Η SIEMENS μας δίνει προσχηματικά «ένα πιστοποιητικό ανθεκτικότητας και δυναμισμού της οικονομίας», καθώς λέγει.
Και εμείς:
α. της δίνουμε άφεση αμαρτιών, πιστοποιητικό αξιοπιστίας, κατά την έννοια του άρθρου 45 της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ.
β. της υποσχόμαστε την υπεράσπισή της έναντι παντός,
γ. της παραχωρούμε δικαίωμα συμψηφισμού απαιτήσεων και
δ. βεβαίως αναγνωρίζουμε ότι υπερισχύει η αγγλική διατύπωση του επιθετικού νεοφιλελεύθερου λεξιλογίου έναντι της πολυσημίας και της ακρίβειας του ελληνικού.
Της παραχωρήσαμε, δηλαδή, μια σύμβαση αγνώστου νομικού χαρακτηρισμού, ανεξέλεγκτη από οποιοδήποτε εσωτερικό όργανο, υπερκείμενη του ελέγχου και της διάκρισης των εξουσιών, αφού ουσιαστικά ο νομοθέτης παραιτείται από την εξουσία να κρίνει το δικό του επιλήψιμο δημιούργημα ή να εξουσιοδοτήσει κάποιο άλλο όργανο να το κάνει!!
Εν τέλει, η σύμβαση κινείται απρόσβλητη στο υπερπέραν της παντοδύναμης α-τυπίας, της νέας υπερδομής του νεοφιλελευθερισμού και του νεο-αποικιακού πανγερμανισμού. Το έκτρωμα του επινοημένου και απολυταρχικού βεμπεριανού καλβανισμού επιβάλλεται δυστυχώς στη Διαλεκτική, στη Δημοκρατία, στον Ελληνικό Πολιτισμό.
Γιʼ αυτό και η υπογραφή της είναι μεγάλο κοινωνικό, θεσμικό, πολιτισμικό και εθνικό ατόπημα.