Με πρωτοβουλία Αποστολάκη-Γαβρήλου στη Βουλή το αίτημα για άμεση, πραγματική αύξηση του κατώτατου μισθού κ γενική επαναφορά των ΣΣΕ
Ερώτηση 21 Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Ερώτηση στη Βουλή κατέθεσαν 21 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχίατης με πρωτοβουλία των βουλευτών Ε. Αποστολάκη και Γ. Γαβρήλου και θέμα το αίτημα για άμεση πραγματική αύξηση του κατώτατου μισθού και γενική επαναφορά των ΣΣΕ.
Η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προς την οποίαν απευθύνεται η Ερώτηση, καλείται να απαντήσει στα εξής ερωτήματα:
Αναλυτικά η Ερώτηση:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς την κ. Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης
Θέμα: «Αίτημα για άμεση πραγματική αύξηση του κατώτατου μισθού και γενική επαναφορά των ΣΣΕ»
Προσφάτως, επανήλθε στην επικαιρότητα η αύξηση του κατώτατου μισθού από την αρμόδια Υπουργό, με καθυστέρηση δύο ετών από την έκδοση της ενωσιακής Οδηγίας 2022/2041. Και παρά το ότι η ακρίβεια στα καύσιμα, στη θέρμανση, στη στέγαση και στα είδη πρώτης ανάγκης καλπάζει και ο πληθωρισμός ακολουθεί αντίστοιχη πορεία, οι μισθοί των εργαζομένων παραμένουν σταθερά χαμηλοί, με τους περισσότερους πολίτες να μην μπορούν ή να δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στο κόστος ζωής.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο γενικός πληθωρισμός υποχωρεί οριακά στο 2,9%, ενώ μέσα σε έναν χρόνο υπήρξαν δραματικές ανατιμήσεις/αυξήσεις στην ενέργεια, όπως στο φυσικό αέριο με αύξηση κατά 20,2%, και στον ηλεκτρισμό με αύξηση κατά 11,3%), στα ενοίκια κατά 5,4%, σε ένδυση/υπόδηση κατά 4,4% και στα είδη πρώτης ανάγκης, και ιδιαίτερα στο ελαιόλαδο, κατά 38,9%. Και αυτά τα ποσοστά αποτελούν μια συνέχεια από τις συνεχείς ανατιμήσεις των τελευταίων τεσσάρων ετών, ενώ δεν έχει υπάρξει δυναμική αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας.
Ειδικότερα, η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής 2022/2041προβλέπει τη δυνατότητα για θέσπιση μηχανισμού αυτόματης αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, δηλαδή αύξηση ανάλογη του κόστους ζωής και της αύξησης των τιμών και του πληθωρισμού. Η πρόταση της Επιτροπής εισάγει τον τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού μέσω ενός μαθηματικού τύπου με αντικειμενικά και διαφανή οικονομικά στοιχεία.Υπενθυμίζεται ότι μέχρι σήμερα σε είκοσι δύο (22) από τα είκοσι επτά (27) κράτη-μέλη της ΕΕ, μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα, ο κατώτατος μισθός ρυθμίζεται νομοθετικά, δηλαδή με βάση τις αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης.
Επιπρόσθετο σημαντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι προτείνεται από την Επιστημονική Επιτροπή η θέσπιση ενός πλαισίου με τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη διευκόλυνση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και περιλαμβάνεται ένα Σχέδιο Δράσης για την εφαρμογή του. Επίσης, προτείνεται η δημιουργία Επιτροπής Διαβούλευσης με μέλη τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να διατυπώνει γνώμη για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και την επικαιροποίησή του, αναβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία.
Εντούτοις, προσφάτως, η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αναφέρθηκε στην αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 ευρώ μικτά από το 2027 με χρήση μαθηματικού τύπου, δηλαδή πρόκειται για κακή και πλημμελή εφαρμογή της ενωσιακής οδηγίας, δίχως όμως παράλληλα την επαναφορά των απαραίτητων συλλογικών διαπραγματεύσεων εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι ο κατώτατος μισθός θα ορίζεται με τον ισχύοντα τρόπο, δηλαδή οι μισθοί των εργαζομένων θα παραμένουν σε τραγικά χαμηλά και ανεπαρκή επίπεδα λόγω των κυβερνητικών επιλογών.
Άλλωστε, η επανέναρξη των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί το βασικό σημείο διαφωνίας της αρμόδιας Υπουργού με τους εκπροσώπους της ΓΣΕΕ. Σύμφωνα με το συλλογικό όργανο, οι πραγματικοί μισθοί είναι 14% χαμηλότεροι από το 2011, και κυρίαρχο αίτημα αποτελεί η αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων και του ρόλου των κοινωνικών εταίρων στα προ μνημονίων δεδομένα, όπως η επανέναρξη συλλογικών διαπραγματεύσεων σε μόνιμη βάση. Εντούτοις, η κυβερνητική απόφαση είναι να μην επανέλθει το σύστημα των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, δηλαδή ο ορισμός του κατώτατου μισθού θα επιβάλλεται μονομερώς από την αρμόδια Υπουργό. Και, δυστυχώς, προβλέπεται ακόμη και «πάγωμα» των κατώτατων αποδοχών, εάν η οικονομική συγκυρία δεν εννοεί την χορήγηση αύξησης.
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, παραμένει σε ισχύ το επί μνημονιακής περιόδου καθεστώς αφαίρεσης του δικαιώματος των κοινωνικών εταίρων για διαβούλευση και επίτευξη κοινά αποδεκτής συμφωνίας για τον κατώτατο μισθό, ενώ ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας έχει υποβαθμιστεί δραματικά.
Επιπλέον, δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη για αποκατάσταση των κλαδικών συμβάσεων, οι οποίες, αντί για το 80% των εργαζομένων που προβλέπει η κοινοτική οδηγία, καλύπτουν λιγότερο από το 30% των εργαζομένων, ενώ το 2024 έχουν υπογραφεί μόλις οκτώ (8) εθνικές κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις εργασίας.
Να τονίσουμε ότι η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς δρομολογείται με σημαντική καθυστέρηση τουλάχιστον δύο (2) ετών, ενώ ο οδικός χάρτης σε βάθος εξαμήνου δεν μεταφράζεται σε αυτόματη υιοθέτηση της Οδηγίας, προκειμένου να αυξηθούν και να βρεθούν σε ανεκτό και αξιοπρεπές επίπεδο οι μισθοί. Θα χρειαστούν άλλα δύο (2) χρόνια για να εφαρμοστεί η Οδηγία, καθώς η προεργασία και οι συζητήσεις για το πλαίσιο διαλόγου που θα εφαρμοστεί με τους κοινωνικούς εταίρους θα ολοκληρωθούν το πρώτο εξάμηνο του 2025.
Σύμφωνα με το προσχέδιο της Υπουργού, θα περιλαμβάνεται, μεν, διάταξη για την επαναφορά της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας και της δυνατότητας διαπραγμάτευσης του κατώτατου μισθού μεταξύ των κοινωνικών εταίρων (ΓΣΕΕ, ΣΕΒ κ.λπ.), όπως ίσχυε και πριν από τα Μνημόνια, ωστόσο ως «κόφτη» θέτει την απαραίτητη συμφωνία και συναίνεση της αρμόδιας Υπουργού για να ισχύσει αυτή. Οπότε, και πάλι η κυβέρνηση θα έχει τον πρώτο λόγο νομοθετικής πρωτοβουλίας και εφαρμογής ουσιαστικά, ανεξαρτήτως των αιτημάτων των κοινωνικών εταίρων. Βάσει, λοιπόν, των ανωτέρω,
Επειδή, η κυβέρνηση αρνείται πεισματικά και σε βάρος των εργαζομένων να επαναφέρει το σύστημα των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον κατώτατο μισθό, χωρίς προηγουμένως να θέτει εκβιαστικούς και στραγγαλιστικούς όρους,
Επειδή, η Υπουργός Εργασίας θα συνεχίσει και την επόμενη τριετία να καθορίζει το ύψος της αύξησης του κατώτατου μισθού, και άρα οποιεσδήποτε εξαγγελίες για πραγματική αύξηση μισθών αποτελούν κενό γράμμα εν τοις πράγμασι,
Επειδή, η αρμόδια Υπουργός επανήλθε στην Οδηγία 2022/2041 με καθυστέρηση δύο (2) ετών, και η εφαρμογή της και οι προτάσεις της Επιστημονικής Επιτροπής μετατίθενται ουσιαστικά για το 2026 ή και αργότερα, δηλαδή όταν ουσιαστικά θα έχει λήξει η θητεία της παρούσας κυβέρνησης,
Επειδή, η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων βαίνει συνεχώς μειούμενη τα τελευταία τέσσερα (4) χρόνια, καθώς έχει μειωθεί κατά 8% από το 2019 λόγω των ελάχιστες εικονικών αυξήσεων στον κατώτατο μισθό, που δεν επαρκούν ούτε στο ελάχιστο για την αντιμετώπιση της παρατεταμένης ακρίβειας και της αισχροκέρδειας,
Επειδή, εάν ίσχυε σήμερα η Οδηγία, ο κατώτατος μισθός θα έπρεπε να ήταν αυξημένος τουλάχιστον κατά 5% και οι εισαγωγικές αποδοχές θα διαμορφώνονταν στα 870 ευρώ μικτά, από 830 ευρώ μικτά που είναι σήμερα, ενώ το ποσοστό κάλυψης των συλλογικών συμβάσεων θα έπρεπε να είναι στο 70%, και όχι στο 29%,
Ερωτάται η αρμόδια κ. Υπουργός:
Οι Ερωτώντες Βουλευτές
Αποστολάκης Ευάγγελος
Γαβρήλος Γεώργιος
Ακρίτα Έλενα
Αυλωνίτης Αλέξανδρος – Χρήστος
Βέττα Καλλιόπη
Δούρου Ρένα
Ζαμπάρας Μιλτιάδης
Καλαματιανός Διονύσης
Κασιμάτη Νίνα
Μάλαμα Κυριακή
Μαμουλάκης Χαράλαμπος (Χάρης)
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Νοτοπούλου Αικατερίνη
Ξανθόπουλος Θεόφιλος
Πούλου Παναγιού
Σαρακιώτης Ιωάννης
Τζάκρη Θεοδώρα
Τσαπανίδου Πόπη
Φάμελλος Σωκράτης
Χρηστίδου Ραλλία
Ψυχογιός Γεώργιος