ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

04/02/2018

Ν. Ξυδάκης: Το διαρκές συμφέρον της Ελλάδος είναι σταθερά Βαλκάνια, αμετακίνητα σύνορα, σχέσεις φιλίας και συνεργασίας

Ν. Ξυδάκης: Το διαρκές συμφέρον της Ελλάδος είναι σταθερά Βαλκάνια, αμετακίνητα σύνορα, σχέσεις φιλίας και συνεργασίας



Στην εκπομπή της ΕΡΤ1 «Europe» με την Εύα Μπούρα εμφανίστηκε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης. Μαζί ήταν επίσης ο ευρωβουλευτής του Ποταμιού Μιλτιάδης Κύρκος, ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Άγγελος Συρίγος και ο καθηγητής Μεσογειακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου Χαράλαμπος Τσαρδανίδης.

Θα ήθελα το σχόλιό σας για το θέμα της ονομασίας της γειτονικής χώρας και για το αυριανό συλλαλητήριο στην Αθήνα.

Οι πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα τελευταία χρόνια στα δυτικά Βαλκάνια, μάλλον ισχνές και άτολμες ή και με κάποιο βαθμό υστεροβουλίας, καθυστέρησαν τη συζήτηση για ενταξιακή πρόοδο των χωρών. Είδαμε τα δυτικά Βαλκάνια στα χρόνια που πέρασαν μάλλον να αποσταθεροποιούνται και να απομακρύνονται από τα προαπαιτούμενα του κράτους δικαίου αλλά ακόμα και από τεχνικούς δείκτες και την οργάνωση της οικονομίας τους.

Αλλά εγώ δίνω μεγαλύτερη σημασία στις εφαρμογές του κράτους δικαίου, του εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης και του ουσιαστικού εκδημοκρατισμού των πολιτειών. Παραμελήθηκαν από την Ευρώπη. Αυτή είναι η πολιτική μου εκτίμηση. Σε αυτό το σημείο νομίζω ότι μπορούμε να δούμε και την περίπτωση της ΠΓΔΜ.

Πώς φτάσαμε εδώ; Το καλοκαίρι τα Σκόπια ήταν στα πρόθυρα εμφύλιας σύρραξης και με σενάρια εκ νέου διαμελισμών. Επενέβησαν διάφοροι ξένοι παράγοντες και επετεύχθη μία προσωρινή σταθεροποίηση. Έγιναν οι εκλογές όπως έγιναν. Αποχώρησε η κυβέρνηση Γκρούεφσκι η οποία για δεκαετίες έχτισε μια εθνικιστή και αλυτρωτική υστερία στα όρια του κιτς που περιελάμβανε μέχρι και αναμόρφωση κτιρίων του ιστορικού κέντρου.

Προχθές από τον δήμο Σκοπίων καταργήθηκε το πρόγραμμα «Σκόπια 2014» σύμφωνα με το οποίο τα κτήρια θα γινόταν όλα νεοκλασικά ή κλασικού μπαρόκ με αλλαγές στις προσόψεις. Γι’ αυτό πρέπει να δούμε ότι ο αλυτρωτικός παροξυσμός ο οποίος έγινε για εσωτερική κατανάλωση έφτασε τη γειτονική μας χώρα σε μεγάλη αδυναμία οικονομική και πολιτική και στα όρια να εμφανιστούν αποσχιστικές τάσεις.

Εμείς τώρα, η Ελλάδα, πρέπει να δούμε τι μας συμφέρει. Έχουμε 25 τουλάχιστον χρόνια πείρας, για να μην πάμε πιο πίσω στο τέλος του Δεύτερου πολέμου στην σύμπηξη της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας και την ονοματοθεσία που επινόησε ο Τίτο για τους δικούς του σχεδιασμούς. Να προσθέσω εδώ ότι και αυτά τα έχουμε αναγνωρίσει από το 1957 με κυβερνητική πράξη που την υπέγραψε ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Αναγνωρίσαμε ομόσπονδο κράτος της Μακεδονίας.

Υπάρχει μακρά ιστορία. Όλο το ελληνικό πολιτικό σύστημα διαχρονικά και αλλά και οριζόντια γνωρίζει το θέμα. Το έχουν χειριστεί πολιτικοί με τον α ή β τρόπο, έχουν πάρει θέσεις, το έχουν αναλύσει και έχουν μεγάλη ιστορική και πολιτική πείρα.

Το 2018 είναι ολέθριο και χυδαίο μερικές φορές να μην μιλάνε τα πολιτικά πρόσωπα που έχουν χειριστεί τα θέματα. Επιπλέον όλες οι πηγές είναι κατατεθειμένες και σε βιβλία. Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε καν στα διαβαθμισμένα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών. Υπάρχουν βιβλία, υπάρχουν τηλεοπτικές εκπομπές, υπάρχει εκτενής αρθρογραφία και αναδίφηση αρχείων από τις παλαιότερες δεκαετίες. Γνωρίζουμε ποιες είναι οι εθνικές θέσεις. Γνωρίζουμε ποια είναι και τα βραχυπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα εθνικά συμφέροντα. Πρέπει λοιπόν αυτό το θέμα που είναι ένα σοβαρό θέμα εξωτερικής πολιτικής να το προσεγγίσουμε ως εξωτερική πολιτική. Με γνώμονα το συμφέρον και με εργαλεία τον ψυχρό υπολογισμό και μία αυστηρότητα σκέψης. Και όχι να το αφήσουμε να το καναλιζάρουν και το μανουβράρουν εξωθεσμικά κέντρα, υστερικοί άνθρωποι, άνθρωποι που δεν είναι αθώοι.

Μην ξεχνάμε ότι από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 προσπάθησε και η ελληνική πλευρά επισήμως ή και με ανορθόδοξους τρόπους, να παρέμβει στο μακεδονικό. Το αποτέλεσμα είναι ολέθριο. Επί 25 χρόνια, 130 ή 140 χώρες σε όλο τον κόσμο αναγνωρίζουν ένα όνομα το οποίο εμείς δεν αναγνωρίζουμε. Κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί το συζητάμε εμείς με αυτόν τον τρόπο. Και αν είναι εθνικό συμφέρον να μην μας καταλαβαίνουν και να ‘χουμε μονήρη πορεία, ορθώς. Αλλά αν μπορούμε με επιχειρήματα και τεκμήρια να δούμε ότι το συμφέρον της χώρας μας είναι να έχουμε ένα σταθερό κράτος στα βόρεια σύνορα, φιλικό σε συνεργασία, σε συμπόρευση,τότε πρέπει να προχωρήσουμε σε λύση.

Το κράτος αυτό με διάφορους τρόπους εξαρτάται από το λιμάνι Θεσσαλονίκης, εξαρτάται από τους ελληνικούς ενεργειακούς και εμπορικούς δρόμους. Οι δύο λαοί θέλουν την επαφή. Τι μας εμποδίζει να τους βοηθήσουμε και να βοηθήσουμε και τα δικά μας συμφέροντα για να προχωρήσουμε στο μέλλον; Όποιος από τους πολιτικούς ηγέτες των τελευταίων 25-30 ετών δεν μιλάει με σαφήνεια και ευθύνη αυτή τη στιγμή είναι κατά τη γνώμη μου εμμέσως ή και αμέσως υπεύθυνος. Παραδίδει την πολιτειακή και πολιτική ατζέντα της Ελληνικής Δημοκρατίας στον χυδαίο ακροδεξιό φασίζοντα όχλο. Κάποιοι μίλησαν. Έχουμε αντίθετα πρωθυπουργούς και υπουργούς Eξωτερικών εν ζωή, δρώντες, που δεν μιλούν. Να μιλήσουν.

Ένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής έχει γίνει ζήτημα ταυτότητας, ζήτημα υπαρξιακής αγωνίας για την Ελλάδα. Ακούστηκε το ‘92: «Το όνομά μας είναι η ψυχή μας». Μετά από 25 χρόνια ξέρουμε ότι το όνομά μας μπορεί να είναι η ψυχή μας αλλά και η χώρα μας χρειάζεται και κάτι παραπάνω. Με το σύνθημα «Το όνομα είναι η ψυχή μας» και το θυμικό και το συναίσθημα και τη δημαγωγία διαφόρων πατριδοκαπήλων οι οποίοι έχουν αλλάξει οκτακόσιες θέσεις από το ‘92 έως σήμερα δεν κερδίσαμε ούτε διπλωματικά ούτε πολιτικά. Είμαστε ο γίγαντας των Βαλκανίων. Μακράν το ΑΕΠ της πληγωμένης Ελλάδος είναι 50% μεγαλύτερο από 4-5 κράτη μαζί στα βόρεια σύνορα μας. Δεν μιλάμε για ασυμμετρία στρατιωτικής ισχύος ή πολιτικής επιρροής. Είναι αστείο. Κινδυνεύουμε από τους εαυτούς μας. Από τον κάθε υστερικό κληρικό ή πρώην καταδρομέα ο οποίος θα σύρει τους συμπολίτες του οι οποίοι αγνοούν την ιστορία.

Οι συμπολίτες μας αγνοούν πολλά δεδομένα και σε αυτό διαχρονικά είναι μεγάλη η ευθύνη του πολιτικού συστήματος. Από τότε ακόμα που ενώ άλλαζαν τα σύνορα στην Ευρώπη και εμείς ασχολούμασταν με τα pampers και τον Κοσκωτά και πώς να σύρουμε σε ειδικά δικαστήρια πρωθυπουργούς.

Βρεθήκαμε λοιπόν επί 25 χρόνια να έχουμε έναν λαό μορφωμένο από τη μια αλλά να μην έχει ιδέα τι συνέβη στα Βαλκάνια στο μεταπόλεμο, τι συνέβη στα Βαλκάνια μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, τι σημασία έχουν οι γείτονές μας αυτοί, ποιοι είναι αυτοί οι γείτονες μας, ποια είναι τα συμφέροντά τους και τα δικά μας. Και ταυτόχρονα έχουμε την τεράστια Τουρκία η οποία είναι διαχρονικά δύσκολη και εχθρική. Έχουμε το διπλωματικό ή δημογραφικό κεφάλαιο να αντιμετωπίσουμε το μεγάλο γείτονα; Ας μην κάνουμε λοιπόν λεονταρισμούς με τα Σκόπια. Είναι διαχρονική ευθύνη σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις.

Ελλάδα – Ευρώπη – Τουρκία

Ποια είναι η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας σήμερα; Βλέπουμε ότι όλα συνδέονται και βλέπουμε ότι είναι μία από τις κομβικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει για το 2018 η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποια είναι αυτή η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας και σε σχέση με την Ελλάδα; Η Ελλάδα πρωτοστάτησε του 1999 στο Ελσίνκι για το άνοιγμα της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας.

Αναλαμβάνω το μεγάλο ρίσκο να πω ότι οι προοπτικές ένταξης της Τουρκίας ως τυπικό μέλος της ΕΕ είναι από ισχνές έως μηδαμινές. Δεν βλέπω την Τουρκία να μπαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο ορατό μέλλον. Εκτίμηση που βασίζω στο πώς έχουν εξελιχθεί τα πράγματα και στα δύο μέρη. Βλέπουμε λ.χ. ότι οι νεοεισελθούσες χώρες του ανατολικού μπλοκ, το ονομαζόμενο μπλοκ του Βίζεγκραντ, ή η Αυστρία ακολουθούν μια σκληρή ακροδεξιά εθνικιστική στροφή και παρά το γεγονός ότι ο Όρμπαν θαυμάζει τον Ερντογάν -όλοι οι αυταρχικοί ηγετίσκοι στην Ανατολική Ευρώπη έχουν ως ινδάλματά τους τον Ερντογάν και τον Πούτιν– οι χώρες αυτές θα είναι πάντα διστακτικές ως προς το άνοιγμα στην Τουρκία.

Βεβαίως το συμφέρον της Ευρώπης είναι να έχει την Τουρκία κοντά της, είναι πολύ μεγάλα τα οικονομικά συμφέροντα, τα επενδυμένα κεφάλαια και της Γερμανίας και άλλων χωρών στην Τουρκία. Αλλά αυτό δεν φτάνει. Δεν υπάρχει ούτε Ντελόρ ούτε Μιτεράν ούτε Χέλμουτ Σμιτ να οραματίζονται μια Ευρώπη δημοκρατική, με κράτος δικαίου, με κράτος πρόνοιας, με την επέκταση που κάνει μία σοσιαλδημοκρατική η δημοκρατική Ευρώπη. Εδώ έχουμε άλλες αντιλήψεις και άλλες προσεγγίσεις της διπλωματίας. Πάλι φέρνω ως παράδειγμα την Αυστρία όπου με το που σχηματίστηκε η κυβέρνηση ο πρώτος καλεσμένος ήταν ο Όρμπαν, ο σταυροφόρος των αγκαθωτών συρματοπλεγμάτων και των ρατσιστικών προσεγγίσεων.

Ούτε η Τουρκία θέλει να μπει στον κορσέ και στις υποχρεώσεις της Ευρώπης. Οπότε αυτό που μπορεί να συναφθεί με κάποιον τρόπο θα είναι μία ειδική σχέση. Όσον αφορά την ελληνική θέση: Η Ελλάδα πίστευε στην εξημέρωση του θηρίου, πίστευε ότι η Ευρώπη θα εξημερώσει την Τουρκία. Στην πράξη. όταν βρεθήκαμε στα δύσκολα, όταν ξέσπασαν οι μεγάλοι πόλεμοι στο Ιράκ και στη μέση Ανατολή, όταν ξέσπασε η οικουμενική προσφυγική μεταναστευτική κρίση είδαμε ότι η Τουρκία είναι ένας πολύ μεγάλος παίκτης, πολύ σκληρός παίκτης. Μια περιφερειακή υπερδύναμη η οποία ενίοτε συμπεριφέρεται ακόμα και ως μεγαλύτερη από το πραγματικό της μέγεθος. Όταν οι επίτροποι και ο πρόεδρος της Επιτροπής πήγαν στην Τουρκία να μιλήσουν με τον Ερντογάν τους φέρθηκε με περιφρόνηση και απαξίωση. Μόνο η Μέρκελ ως εκλεγμένη ηγέτης ενός μεγάλου έθνους κατόρθωσε να μιλήσει με τον Ερντογάν και να συναφθεί η περίφημη συμφωνία ΕΕ- Τουρκίας για το προσφυγικό. Η δε επίσκεψη τελευταία του Ερντογάν στον Μακρόν δεν πήγε και πολύ καλά. Είναι δύσκολα να συμπλεύσει η Τουρκία, να μπει σε όλα αυτά που λέμε επικουρικότητα, αλληλεγγύη. Δεν τα δέχονται ο Όρμπαν και ο Κατσίνσκι. Θα τα δεχτεί ο Ερντογάν;

Η τελωνειακή ένωση ΕΕ- Τουρκίας είναι πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Είναι μια προτεραιότητα της βουλγαρικής προεδρίας αλλά προσκρούει στο θέμα της Κύπρου. Βλέπουμε ότι η βουλγαρική προεδρία έχει άλλο ένα θέμα που θα δημιουργήσει ένταση. Έχουμε και το θέμα της διεύρυνσης και το ονοματολογικό που έρχεται και πάλι στο προσκήνιο μετά από 25 χρόνια.

Δεν είναι δικά μας προβλήματα ούτε εμείς τα έχουμε προκαλέσει. Εδώ μιλάμε για τον πυρήνα των ευρωπαϊκών θεσμών. Είναι οι ιδρυτικές αρχές. Δεν μπορεί να κάνει η Τουρκία τελωνειακή ένωση δηλαδή μία πολύ προχωρημένη σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και να μην αναγνωρίζει την καθόλου Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή τα κράτη -μέλη. Είναι παράλογο. Έχει μία πολιτική λογική αλλά θεσμικά είναι ζήτημα που πρέπει να λύσουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί.

Δεν πρέπει να μετατεθεί το βάρος στην πλάτη της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε εμμέσως στην Ελλάδα. Πρέπει να το λύσει η Κομισιόν, να το λύσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να το λύσουν οι θεσμοί. Γιατί αν αρχίζεις τις παραχωρήσεις και είναι «αλά καρτ» οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι ιδρυτικές συνθήκες κάτι δεν πάει καλά. Αυτό είναι το ένα.

Το δεύτερο είναι ότι εμείς πράγματι πολύ προσεκτικά πρέπει να βρούμε ένα ισοζύγιο. Είναι προφανές ότι για τη Γερμανία που έχει ένα τεράστιο όγκο επενδυμένων κεφαλαίων και αυτοκινητοβιομηχανίες και ένα σωρό πράγματα, τη συμφέρει αυτή η ένωση. Συμφέρει πολλές μεγάλες χώρες. Είναι μία μεγάλη αγορά, συμπαγής, 80 εκατομμυρίων ανθρώπων, νεανικό κοινό σε μεγάλο ποσοστό, το οποίο είναι εκτεθειμένο στη σαγήνη της δυτικής ευρωπαϊκής κατανάλωσης και πολύ πρόθυμα θα αγοράσουν αυτά τα προϊόντα. Βεβαίως η τουρκική οικονομία δεν είναι ένας γίγας με πλήρη υγεία Έχει τα προβλήματα της, έχει φούσκες, έχει μεγάλα ανοίγματα στις τράπεζες, Ο κατασκευαστικός τομέας που ήταν η ατμομηχανή της, είναι σε κατάψυξη. Και αυτά τα ξέρει ο Ερντογάν διότι η μεγάλη φούσκα και υπερθέρμανση της τουρκικής οικονομίας έγινε επί των ημερών του. Ξέρει ότι πρέπει κάπου να βασιστεί. Η δική μας η θέση είναι θα δούμε εκ των πραγμάτων πώς θα εξελιχθεί και το θεσμικό μέρος.

Να σπάσουν τα τσιφλίκια και οι συμμορίες

Σε ό,τι αφορά τα δυτικά Βαλκάνια είναι πράγματι στην ατζέντα της βουλγαρικής προεδρίας. Θα γίνουν βελτιώσεις. Διότι με κάποια καθυστερημένα αντανακλαστικά βλέπουν και οι Βρυξέλλες ότι όλες αυτές οι μεγάλες χειρονομίες και αποφάσεις τους να αφήσουν εκτός τα δυτικά Βαλκάνια για να ενσωματώσουν στο ευρωπαϊκό ολοκλήρωμα τις χώρες του Βίζεγκραντ, την ανατολική Ευρώπη και τις χώρες της Βαλτικής δεν ωφέλησαν καθόλου τη σταθερότητα στην περιοχή.

Η πολιτική δεν είναι σκάκι και μαθηματικά μοντέλα. Έχει μία δυναμική και απρόοπτα. Ό,τι συνέβη στη Μέση Ανατολή, ό,τι συνέβη στην Ουκρανία δεν ήταν στους σχεδιασμούς των Βρυξελλών.

Το διαρκές συμφέρον της Ελλάδος είναι σταθερά Βαλκάνια αμετακίνητα -ούτε συζήτηση για μετακίνηση συνόρων- αναγνώριση των κρατών, σχέσεις φιλίας και συνεργασίας. Είχαμε μία Αλβανία η οποία είχε εχθρική στάση και παραμένει με δυσφορία και δυστροπία και δυσανάλογη κακή συμπεριφορά προς το μέγεθος και την ισχύ της. Μπορούμε όμως να τους έχουμε κοντά, να είναι συνεργάτες. Να μην υποκύπτουμε στους μικρομεγαλισμούς. Με σοβαρότητα, να είμαστε στο πλάι και να υπενθυμίζουμε τα οφέλη της αμοιβαίας συνύπαρξης. Έχουμε μία Βουλγαρία με την οποίαν ήμασταν σε πόλεμο μέχρι το 1945 και κατορθώσαμε ήδη από την εποχή των συναντήσεων Ζίφκοφ – Καραμανλή και Παπανδρέου– Ζίβκοφ, όταν τελείωσε ο ψυχρός πόλεμος να είμαστε φίλοι. Το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε με το κράτος των Σκοπίων. Να γίνουμε φίλοι στενοί και συνεργάτες. Έχουμε πολλά στοιχεία που μας ενώνουν. Το ίδιο ισχύει με τη Σερβία και το Μαυροβούνιο.

Γι’ αυτό εμείς πρέπει να στηρίξουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των δυτικών Βαλκανίων με όρους, με κανόνες και με μεγάλη πολιτική μέριμνα να μπουν σε έναν δρόμο εκδημοκρατισμού. Να σπάσουν τα τσιφλίκια, να σπάσουν οι συμμορίες του μαύρου χρήματος που επηρεάζουν τις πολιτικές καταστάσεις στις γειτονικές μας χώρες με πολύ άσχημα αποτελέσματα και για τους λαούς της γειτονιάς μας και για τη συνολική πολιτική σταθερότητα.

Ολόκληρη η εκπομπή, εδώ.



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ