ΣΥΡΙΖΑ Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς


Επικοινωνία / Contact RSS Twitter Facebook YouTube Instagram

06/04/2015

Ομιλία Αλέξη Μητρόπουλου στη συζήτηση για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, «για την υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των Μνημονίων και της επιτήρησης και για κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή και την υλοποίηση των Μνημονίων»



 

 

Ομιλία του Αντιπροέδρου της Βουλής και Βουλευτή Αττικής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Μητρόπουλου στη συζήτηση για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, «για την υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των Μνημονίων και της επιτήρησης και για κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή και την υλοποίηση των Μνημονίων»

 

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, στο λιτό και ουσιαστικό κείμενο της πρότασης του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα και των Κοινοβουλευτικών Ομάδων ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τα δυο μνημόνια, προσδιορίζονται με σαφήνεια τα υπό διερεύνηση ζητήματα, κυρίως όμως διαφαίνεται η αναγνώριση της απόλυτης ελευθερίας, συζήτησης και έρευνας που πρέπει να έχει, ώστε να ολοκληρωθεί στο ακέραιο το χρέος όλων μας προς τον ελληνικό λαό, που ζητά πλήρεις απαντήσεις και απόδοση ευθυνών για όλα όσα έχουν συμβεί κατά τη μνημονιακή περίοδο.

Οι συνθήκες υπαγωγής στα μνημόνια, αλλά κυρίως και πρωτίστως το περιεχόμενο, η ουσία των πολιτικών του, ο θεσμικός και ιδεολογικός εν τέλει χαρακτήρας αυτού του αντικοινωνικού υπερσυντάγματος, πρέπει να διερευνηθούν με τη βοήθεια αρμοδίων ελληνικών και ξένων δεξαμενών σκέψης και επιστημόνων, ώστε η θέασή μας να είναι πολύπλευρη, συνθετική και πλήρης, κάτι που θα μας βοηθήσει, όταν μπούμε σε απάνεμο λιμάνι, να κάνουμε έναν ψύχραιμο πλέον, εθνικό, απολογιστικό και προγραμματικό αναστοχασμό.

Ο ιστορικός του μέλλοντος πρέπει να δώσει εύσημα αντικειμενικότητας και εθνικής αυτογνωσίας στο υψηλής πολιτικής και κοινωνικής σημασίας διάβημα της ελληνικής Βουλής. Και ίσως αυτό να αποτελέσει γνώμονα πορείας για τις επερχόμενες γενιές που πρέπει να γνωρίζουν τι να επιλέγουν και τι να αποφεύγουν.

Άλλωστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το ελληνικό ζήτημα αφενός μεν αποκάλυψε τις πάγιες και ακλόνητες σταθερές του νέου ευρωπαϊκού οικοδομήματος των τελευταίων είκοσι πέντε ετών, αφετέρου μάς έδωσε το μέτρο της υλοποίησης ή της διάψευσης των ελπίδων του ελληνικού λαού όταν πίστεψε και προσχώρησε σ’ αυτή την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Το πρώτο συμπέρασμα που πρέπει ο καθένας -ανεξαρτήτως πολιτικής και ιδεολογικής τοποθέτησης- να εξαγάγει, είναι ότι η συνολική οικονομική και κοινωνική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα μετά το Μάαστριχτ και το Σύμφωνο Σταθερότητας, δεν υπακούει στις αρχές της διαλεκτικής και κατά τις περιόδους της κρίσης ριζοσπαστικής κλασικής οικονομικής θεωρίας, πολύ περισσότερο που το ευρώ ως ενιαίο νόμισμα δεν λειτουργεί ως εθνικό νόμισμα των κατ’ ιδίαν κρατών και της ΕΚΤ, κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθεί και ως κεντρική τράπεζα καθενός κράτους-μέλους.

Οι κανόνες που προσδιορίζουν τη λειτουργία της λεγομένης Νομισματικής Ένωσης και τη λυμφατική και περιστασιακή δημοσιονομική πολιτική, δεν λειτουργούν υπέρ των αναπτυξιακών συμφερόντων και προοπτικών κάθε χώρας, ούτε σέβονται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και κυρίως τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα.

Αυτοί οι κανόνες δημιούργησαν και ενίσχυσαν μια χρηματιστική τάξη πραγμάτων, ανήγαγαν σε πρωτεύοντα οικονομικό θεσμό τις δανειακές προσόδους των τραπεζικών και κοινωνικών ιδρυμάτων, δημιούργησαν ασφυκτικό περιβάλλον για τις δημόσιες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και τις διακρατικές συνεργασίες, αν και δεν τις υπαγόρευσαν ρητώς και εν τέλει, εισήγαγαν το δόγμα του ατέρμονος και αδυσώπητου ανταγωνισμού μεταξύ των εθνικών οικονομιών.

Έτσι, η πορεία της διαρκούς απόκλισης αντικατέστησε τη διακηρυσσόμενη πολιτική της σύγκλισης και τίποτα δεν φαίνεται ότι εμποδίζει αυτήν την πορεία της συνεχούς διαφοροποίησης των οικονομικών και κοινωνικών μεγεθών από περιφέρεια σε περιφέρεια.

 

Ταυτόχρονα, με την προώθηση των συμφωνιών για την περαιτέρω απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων, εργατικής δύναμης σημειώθηκε σταδιακή αλλά ραγδαία καταστροφή των αυτοχθόνων παραγωγικών μεθόδων, αφού οι νέοι κανόνες έδωσαν προτεραιότητα στην εισαγωγή ομοειδών εν σχέσει προς τα παραγόμενα στις χώρες του νότου κυρίως προϊόντων, πράγμα που απορφάνισε τις τοπικές οικονομίες από τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα.

Στα μέσα της περασμένης δεκαετίας γίναμε θεατές και του μεγάλου γεωστρατηγικού εγχειρήματος της επέκτασης της υπό γερμανικής κυρίως επιρροής της ΕΕ στις χώρες του τέως υπαρκτού σοσιαλισμού, τις οποίες μαζικά εισήγαγε με διάφορα προκαταρκτικά, επισφαλή και διόλου διατηρήσιμα δώρα είτε απευθείας στη ζώνη του ευρώ είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το γεγονός αυτό έδωσε νέα ταχύτητα στις πολιτικές της απόκλισης, αφού οι λεηλατημένες επί δύο περίπου δεκαετίες από το νομαδικό κεφάλαιο χώρες του τέως υπαρκτού σοσιαλισμού ήταν βέβαιο ότι με κανένα θαύμα της ιστορίας δεν θα μπορούσαν να ακολουθήσουν δρόμο σύγκλισης προς τα οικονομικά, κοινωνικά, θεσμικά μεγέθη των χωρών του κεντρικού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σε αυτό το ευρωπαϊκό περιβάλλον η χώρα μας βιώνει το ασύμμετρο σοκ που η θεσμική και η συνειδησιακή αγνόηση της σκληρότητας των νεοφιλελεύθερων οικονομικών κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προξένησε.

Πολλές πολιτικές κινήσεις και κόμματα στην Ελλάδα επαναλαμβάνουν μονότονα τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, χωρίς όμως να αναλύουν τη φύση των κανόνων που αφαιρούν διαρκώς τις δυνατότητες εθνικής αυτενέργειας. Κι όλα αυτά, επειδή η ιδεαλιστική θεώρηση των πραγμάτων παραπλανά και δημιουργεί πολλές φορές οδυνηρές φαντασιώσεις. Ενώ αν η ελληνική πολιτική και οικονομική διανόηση και γενικώς η ελίτ αυτής της χώρας είχε τη δυνατότητα να διακρίνει τις συνταρακτικές αλλαγές στην παραγωγική βάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη νεοφιλελεύθερη αναδιάταξη των συντελεστών της παραγωγής, θα είχε διαφορετική θέση και για το σύμφωνο σταθερότητας και για τη συνθήκη της Λισσαβόνας και για τους νέους αυστηροποιημένους δημοσιονομικούς κανόνες που ουσιαστικά απαγορεύουν τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις από κρατικό δανεισμό ή χρήματα του προϋπολογισμού.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ο εσωτερικός συσχετισμός δυνάμεων δεν μπόρεσε να κατανοήσει ποτέ τη φύση αυτού του ασύμμετρου σοκ και με όποιες αναδιατάξεις έγιναν στο πολιτικό εποικοδόμημα δεν μπόρεσε να το αντιμετωπίσει. Το επέβαλε ως μέθοδο διακυβέρνησης η τριαρχία των δανειστών με το υπερΣύνταγμα του μνημονίου, το ιταμό και προστακτικό σε όλες τις περιπτώσεις ύφος προς τη Βουλή και την Κυβέρνηση, το οποίο δεν απαντάται ποτέ σε ενώσεις κρατών ισότιμης, υποτίθεται, συμμετοχής.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μνημόνιο ως ολοκληρωμένο σύστημα ευγονικής δημοσιονομικής πολιτικής για τους απείθαρχους λαούς του νότου και ως υπερνεωτερικό σχέδιο αρπαγής του πλούτου τους είναι:

Πρώτον, από ιδεολογικής πλευράς, το πληρέστερο και συστηματικότερο πρόγραμμα διακυβέρνησης του επιθετικού και αντικοινωνικού χρηματιστικοποιημένου νεοφιλελευθερισμού.

Δεύτερον, από δημοκρατικής σκοπιάς, αποτελεί μέσο ετερώνυμου προσδιορισμού των κυρίαρχων επιλογών της κοινωνίας μας. Αφαιρεί από την εσωτερική πολιτική τάξη τη δυνατότητα εσωτερικής επεξεργασίας και ελεύθερης συζήτησης νόμων και μέτρων που ψηφίζονται.

Τρίτον, από εθνικής θέασης, συνιστά μηχανισμό εκχώρησης μεγάλου μέρους της εθνικής μας κυριαρχίας και μετάταξης της Ελλάδας στην περιφέρεια της Ευρώπης όπου δεν ισχύει το λεγόμενο πια ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Τέταρτον, από οικονομικής άποψης, σε αυτό συμποσούται όλο το συμβατικό οπλοστάσιο της αποικιοκρατίας της εποχής της νεωτερικότητας, εκσυγχρονισμένο με τις νέες επιδιώξεις του χρηματιστικού κεφαλαίου και περιέχοντας όλες τις μορφές συσσώρευσης πλούτου στο καπιταλιστικό σύστημα.

Πέμπτον, από θεσμικής ευρωπαϊκής όρασης, το μνημόνιο αποτελεί την πρώτη απολύτως οργανωμένη προσπάθεια των κυρίαρχων ευρωπαϊκών οικονομικών ελίτ να χρησιμοποιήσουν την προσωρινή κρίση δανεισμού ορισμένων χωρών του νότου και πρωτίστως της πατρίδας μας για να την μετατρέψουν σε μόνιμη κρίση χρέους. Μέσω της νεοφιλελεύθερης λύσης επιδιώκουν να τροποποιήσουν κατά τα συμφέροντά τους την κολοβή και ασύμμετρη ούτως ή άλλως ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Έκτον, από κοινωνικής οπτικής κατακερματίζει τον κοινωνικό ιστό, προλεταριοποιεί τους μικρομεσαίους και τους μισθωτούς, καθιστά δομικό φαινόμενο την ανεργία και διώχνει από τη χώρα τους προσοντούχους νέους μας, δηλαδή καταστρέφει το μεγαλύτερο συγκριτικό της πλεονέκτημα.

Επιπλέον, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μνημόνιο απισχναίνει, κατακερματίζει και διαλύει την κρατική οντότητα, τη μετατάσσει στην κατηγορία των αποτυχημένων κρατών. Κράτη-παρίες που δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε στοιχειώδεις ανάγκες του ελληνικού κοινωνικού χώρου, κοινότητες απόδημου ελληνισμού, διάσπαρτα νησιωτικά συμπλέγματα, προβληματικές ορεινές περιοχές.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, πρώτο κομβικό ζήτημα της έρευνας που πρέπει να διεξαχθεί είναι: η αλήθεια ή όχι των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν, ο ρόλος της ΕΛΣΤΑΤ, η τυχόν παραποίηση στατιστικών μεγεθών ή ο υπερτονισμός άλλων, ο βαθμός διαθεσιμότητας των αγορών κατά την προμνημονιακή περίοδο.

Δεύτερο και ουσιαστικότερο πεδίο είναι: οι δανειακές συμβάσεις, οι ρήτρες εκχώρησης της εθνικής κυριαρχίας και παραίτησης από τους κανόνες εσωτερικού συνταγματικού και διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, η δικαιοδοσία των δικαστηρίων για την επίλυση των δανειακών διαφορών, το εφαρμοστέο δίκαιο και το σύνολο των αντιαναπτυξιακών, αντικοινωνικών και υφεσιακών μέτρων που οδήγησαν σε απώλεια 25 μονάδων του ΑΕΠ, σε ανεργία ενάμιση εκατομμύριο τουλάχιστον Έλληνες, στη λεηλασία των αποθεματικών των ταμείων, σε κατάρρευση του εργασιακού ασφαλιστικού συστήματος και των συνακόλουθων παροχών τους και βεβαίως στην επί μακρό χρονικό διάστημα αλλοτρίωση του διαχρονικού άυλου και υλικού πλούτου της πατρίδας και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων.

Τρίτον πεδίο έρευνας με τη χρήση διεθνών και άλλων εμπειρογνωμόνων πρέπει να είναι: ο τρόπος λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμών, η παραβίαση των ευρωπαϊκών συνθηκών και ιδίως του ευρωπαϊκού κοινωνικού χάρτη, η παραθεσμική πρόσκληση και συλλειτουργία του ΔΝΤ και γενικώς οι αποφάσεις που παραβίαζαν ή απέκλιναν από το ευρωπαϊκό στάτους.

Τέταρτο και τελευταίο πεδίο έρευνας της Εξεταστικής Επιτροπής θα πρέπει να είναι: η μελέτη της στάσης επιστημονικών ιδρυμάτων και ινστιτούτων αλλά και των κυρίαρχων ΜΜΕ αναφορικά με τη νομιμοποίηση του μνημονίου εκ μέρους τους και την επιβολή στο λαό της αναγκαιότητας, του μονόδρομου, της αποανάπτυξης, της λιτότητας και της αποικιοποίησης της ιστορικής μας χώρας με αντάλλαγμα τον ευνοϊκό δανεισμό τους.

Ιδιαίτερα θα πρέπει να διερευνηθεί και η πολιτική ειδικών κρατικών φορέων και προσώπων, ελεγκτικών μηχανισμών και πιστωτικών ιδρυμάτων που άσκησαν πολιτική φορολογικής και πιστωτικής ασφυξίας με συνέπεια πολλοί συμπολίτες μας να οδηγηθούν σε καθολική αφερεγγυότητα, επαγγελματική ή επιχειρηματική κατάρρευση, ακόμα και σε αυτοκτονία ή θάνατο. Τα στοιχεία που έχουμε ήδη συλλέξει δεν έχουν μόνο πολιτικό αλλά και αξιόποινο περιεχόμενο.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε ότι τα μνημόνια συμποσούνται, οι έκδηλες αποδείξεις ότι η κυβερνώσα αστική τάξη της πατρίδας μας δεν είχε ποτέ, ούτε φιλοδόξησε ποτέ να έχει ένα μεσομακροπρόθεσμο εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και ανάπτυξης. Προσέβλεψε στην ευρωπαϊκή ετερονομία προκειμένου να εκμεταλλευθεί περιστασιακά τη νομισματική ρευστότητα και τις κατά κλάδους επιδοτήσεις και προγράμματα.

Στην Ελλάδα ποτέ και από κανέναν κυρίαρχο πολιτικό σχηματισμό δεν διατυπώθηκε βιώσιμο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης. Κάποια ελπιδοφόρα προεκλογικά σχέδια του ΠΑΣΟΚ πνίγηκαν στις υποκειμενικές του αδυναμίες και στις απαγορεύσεις του διεθνούς περιβάλλοντος. Η συστημική και οικονομική ενσωματωμένη διανόηση και επιστήμη ποτέ δε μόχθησε για να προτείνει αναπτυξιακό σχέδιο κοινωνικής ανασυγκρότησης. Η ουσιαστική κρατικοδίαιτη και ευρωπαϊκή οικονομική θεωρία πλημμύρισε μεν τα πανεπιστήμια με πληθώρα νεοφιλελεύθερων ανορθολογισμών, ποτέ όμως δεν προέταξε την ιστορικότητα και την ιδιαιτερότητα της πατρίδας. Έτσι και μετά το τέλος του πολιτικού πατερναλισμού, το απαξιωμένο ελληνικό πολιτικό προσωπικό ήταν αδύνατο να αναπτύξει πρωτογενή σκέψη και να αναλάβει τις σωστές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες.

Αναλώθηκε σε δημόσιες σχέσεις και κινήσεις περιστασιακής ωφελιμότητας, εξασφαλίζοντας μόνο την αναπαραγωγή του, καταστρέφοντας τις όποιες ελπιδοφόρες νησίδες του κρατικού μορφώματος και δημιουργώντας εν τέλει το τεμαχισμένο ιδιωτικό κράτος, που δεν είναι το κυρίαρχο δημιούργημα της πολιτικής λειτουργίας και του δημοκρατικώς δρώντος λαού, αλλά το λάφυρο στους οικονομικούς πάτρωνες. Η συντήρηση της κομματικής και πελατειακής βάσης συμπλήρωνε δευτερευόντως την κυρίαρχη ως άνω φύση του.

Έτσι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα η άποψη ότι το ελληνικό σύστημα είδε την Ευρωπαϊκή Ένωση όχι ως μηχανισμό ανασυγκρότησης της οικονομίας και της κοινωνίας, αλλά ως πειρατική, αρπακτική, συγκυριακή επιχείρηση αναπαραγωγής του ήδη χρεωκοπημένου του μοντέλου. Αντί να επιδιώξει την πραγμάτωση του οράματος της δημοκρατικής Ευρώπης, προσχώρησε στο θρίαμβο της συντηρητικής αντεπανάστασης των αγορών που χρεωκόπησαν τη χώρα και νίκησαν τη δημοκρατία.

Υπ’ αυτήν την εκδοχή, η σημερινή κατάσταση είναι μία οιονεί φυσιολογική εξέλιξη, αφού η χώρα αφέθηκε από τη διευθύνουσα ελίτ –οικονομική και πολιτική- στον αυτόματο πιλότο του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού. Παραδόθηκε στους δανειστές από τις κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις του τόπου με ρήτρα αποικίας που δύσκολα σήμερα μπορεί να ανατραπεί.

Γι’ αυτό, η έρευνα, όπως την προσδιορίζει ο Πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας και η Κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας της Αριστεράς, πρέπει να είναι βαθιά, να έχει δηλαδή άνεση χρόνου και τη δέουσα επιστημονική βοήθεια και να γίνει χωρίς εντυπωσιασμούς, λαϊκισμούς, ρεβανσισμούς, μίζερες αντιπαραθέσεις.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι μοναδική ευκαιρία να αναζητήσουμε όλοι μαζί την πραγματική αλήθεια, υπακούοντας στις προγονικές μας λυτρωτικές επιταγές. Άλλωστε, όλοι οι πολιτικοί χώροι –και η Νέα Δημοκρατία- είχαν υποσχεθεί αυτή τη διερεύνηση. Αυτό θα προσδώσει νέο κύρος στη χώρα μας και συναίσθηση των αδυναμιών μας. Θα μας δώσει θάρρος για μία επανεκκίνηση της οικονομίας και αναβάθμιση της πατρίδας στον ευρωπαϊκό και διεθνή καταμερισμό της εργασίας.

Η Ελλάδα, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την Κυβέρνηση σωτηρίας της διαλεκτικής Αριστεράς και με τη δυναμική και την αποφασιστικότητα του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, πρέπει να φύγει μπροστά με περηφάνεια, αξιοπρέπεια, σθένος, πολύ περισσότερο που όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί έχουν στραμμένα τα μάτια τους σ’ εμάς και περιμένουν μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία της εθνικής αυτοσυνειδησίας να δώσουμε εμείς για άλλη μια φορά το σήμα της νέας ευρωπαϊκής πορείας.

Γι’ αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιβάλλεται όλοι να υπερψηφίσετε την πρότασή μας ως μια έμπρακτη απόδειξη της απαραίτητης σήμερα, όσο ποτέ, εθνικής συναίνεσης.

 

ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

 



Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία πλοήγησης και να αναλύουμε την επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας μας. Με την παραμονή σας στην ιστοσελίδα, αποδέχεστε τη χρήση cookies όπως αυτή περιγράφεται στην Πολιτική Cookies ΟΚ